ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΟ ΑΣΥΛΟ, ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΑΣ…

  Υπάρχει ένα φαινόμενο στη γλώσσα, που οι φιλόλογοι ονομάζουν παρήχηση, επαναλαμβανόμενο γράμμα ή φθόγγος, δηλαδή, σ’ ένα στίχο ή ένα χωρίο, η οποία παρήχηση ερμηνεύεται ανάλογα με το τι θέλει να τονίσει ο εκάστοτε συγγραφέας ή ποιητής. Χρησιμοποιώντας την παρήχηση, λοιπόν, θα ήθελα να σχολιάσω τα όσα παρακολουθούμε τις τελευταίες ημέρες σχετικά με το άσυλο των πανεπιστημίων. Το πανεπιστημιακό άσυλο απαγορεύει την είσοδο αστυνομίας και την όποια αστυνόμευση τού χώρου, καθιστώντας ταυτόχρονα τα πανεπιστημιακά ιδρύματα, πολλές φορές, χώρους ασυδοσίας και ασχημοσύνης. Νεαροί φοιτητές ασυλλόγιστα και, μάλλον, με ασάφεια στα επιχειρήματά τους, εναντιώνονται στον πρύτανη τού πανεπιστημίου, επειδή τηρεί την νομιμότητα, και κατά την άποψή τους, καταργεί το άσυλο.

  Ας σταματήσουμε σε αυτή τη χώρα ν’ ασχολούμαστε με τα δευτερεύοντα και ας κοιτάξουμε τα πραγματικά προβλήματα. Το άσυλο έχει να κάνει με την ελεύθερη διακίνηση ιδεών και όχι με την οικειοποίηση ενός δημόσιου χώρου από μια μειοψηφία φοιτητών ή και μη φοιτητών. Εάν ο τάδε πρύτανης εμπόδισε την διακίνηση ιδεών, συντάσσομαι με τους φοιτητές, χωρίς δεύτερη σκέψη (εν έτει 2014 δε μπορούμε να μιλάμε για ελεύθερη διακίνηση ιδεών, όταν η πρόσβαση στο διαδίκτυο είναι εφικτή από οποιοδήποτε μέρος, το καθεστώς στην παιδεία έχει αλλάξει άρδην από την εποχή που θεσπίστηκε το «άσυλο» και, σε κάθε περίπτωση, υπάρχει το εργαλείο τής ψήφου στα χέρια όλων, συμπεριλαμβανομένων και των φοιτητών). Εάν λοιπόν ο πρύτανης προέβη σε παράβαση καθήκοντος, ας ερευνηθεί το θέμα. Εάν όμως έκανε απλώς το καθήκον του, προστατεύοντας τον χώρο, στον οποίο είναι επικεφαλής, δεν καταλαβαίνω για ποιο λόγο γίνεται συχνά πυκνά, με διάφορες αφορμές, η συζήτηση για το άσυλο (πλησιάζει και η επέτειος τού Πολυτεχνείου). Καταρχήν, ας τεθεί το ερώτημα εάν υπάρχει η ανάγκη τού ασύλου. Ναι, υπάρχει. Υπάρχει η ανάγκη αστυνόμευσης τού χώρου, για να μην καταντούν οι πληρωμένες από φορολογούμενους δομές των πανεπιστημίων, έρμαιο σε ομάδες φοιτητών; Η απάντηση αυτονόητη. Στο όνομα τού ασύλου ανέχεται ο κάθε φορολογούμενος πολίτης να καταστρέφεται δημόσια περιουσία και να καλείται ο ίδιος, μέσω τής φορολογίας πάλι, να την αποκαταστήσει; Νομίζω πως όχι.

  Παρατηρώντας τους φοιτητές να διαπληκτίζονται με τον πρύτανη, αναρωτιέμαι πόσοι από αυτούς γνωρίζουν τι είναι το άσυλο. Περί τίνος πρόκειται αυτή η έννοια. Τους το δίδαξε κάποιος; Αναρωτιέμαι εάν γνωρίζουν ιστορία, είναι παιδιά που δεν έχουν ζήσει σε καθεστώς δικτατορίας, δεν έζησαν καν τα ταραγμένα χρόνια που την παιδεία στιγμάτισε η δολοφονία Τεμπονέρα, πέρασαν μόνο σχολικά χρόνια κάνοντας «εθιμοτυπικές» καταλήψεις. Και ξαφνικά από μαθητές τής καταντημένης παιδείας και του καταντημένου σχολείου, γίνονται φοιτητές που αρθρώνουν ένα λόγο, ο οποίος αρμόζει σε άλλες εποχές. Είναι κατευθυνόμενοι; Ο λόγος τους δε μοιάζει με «αριστερό», αλλά με «αριστερίστικο». Και από πού είναι εξουσιοδοτημένες αυτές οι ομάδες; Εκφράζουν άραγε το σύνολο των φοιτητών; Θεωρώ πως όχι. Ο κάθε σκεπτόμενος φοιτητής μπορεί εύκολα να αντιληφθεί πως η παρουσία του, και η δυνατότητα να στέκεται μπροστά στον πρύτανη και να εκφράζεται, καταργεί αυτόματα την έννοια τού ασύλου. Η αστυνόμευση δεν έχει να κάνει με τις ιδέες, αλλά με τις υποδομές, που σαν πολίτης, μαζί και με άλλους, αξιώνω να μην καταστρέφονται και να μη λεηλατούνται. Κι εάν για το κράτος είναι δύσκολο να επιφορτιστεί η ήδη ελλιπής αστυνομική δύναμη με τη φύλαξη των πανεπιστημίων, ας θεσπίσει το κάθε ίδρυμα τη δική του ασφάλεια, ας ιδρυθεί μια «διαπανεπιστημιακή δύναμη φύλαξης», κατά τα πρότυπα ξένων ιδρυμάτων, για να μη δοθεί η ασφάλεια σε ιδιωτικές εταιρίες.

   Κατανοώ το θυμό των νέων και των φοιτητών. Στρέφεται όμως προς λάθος κατεύθυνση. Δεν είναι το θέμα τού ασύλου που τους οργίζει και θα ήταν χρήσιμο να σκεφτούν τι πραγματικά τους ενοχλεί. Και όταν το εντοπίσουν, θα ήταν ωφέλιμο να προσπαθήσουν να το αλλάξουν. Είναι οξύμωρο για τα νέα παιδιά να κρατούν στο χέρι τους, στην κυριολεξία, οποιαδήποτε πληροφορία, χάριν σε μία συσκευή, και ταυτόχρονα η σκέψη τους να προσανατολίζεται και να διαμορφώνεται από παρωχημένα περιβάλλοντα. Θέλω να πιστεύω πως είναι η μειοψηφία τής νέας γενιάς που φέρεται κατ’ αυτό τον τρόπο. Η Ελλάδα δεν έχει ανάγκη από νέους που θρηνούν τον αδικοχαμένο φίλο τους σπάζοντας και καίγοντας την Αθήνα, όπως το 2008 (ας σημειωθεί πως η δολοφονία Γρηγορόπουλου, και όσα ακολούθησαν, συνέβησαν προ κρίσης). Δεν έχει ανάγκη από φοιτητές που, αντί να σκέφτονται τις σπουδές τους, ασχολούνται με το άσυλο. Να είναι πολιτικοποιημένοι, διότι αυτοί θ’ αναλάβουν τα ηνία αργότερα, αλλά όχι φανατισμένοι και κατευθυνόμενοι. Ας ασχοληθούν με την ουσία και όχι με τους τύπους. Ας μείνουν στη χώρα, καταβάλλοντας κάθε προσπάθεια να την αλλάξουν, να μη φεύγουν στο εξωτερικό, προσφέροντας σε ξένα κράτη τις πολύτιμες για την Ελλάδα υπηρεσίες τους.

  Καλή η θεωρία βέβαια, αλλά χρειάζεται το όραμα και το παράδειγμα, και σε αυτό έχουν δίκιο. Δεν έχουν από πού να «πιαστούν» και πού να στραφούν, όταν και ο ΟΑΣΑ επιβεβαιώνει πως μια ολόκληρη γενιά χάνεται εξ αιτίας τής κρίσης και της ανεργίας. Από πού να παραδειγματιστούν, όταν σύσσωμη η πολιτική ηγεσία (;) και τα μ.μ.ε. τού τόπου ομφαλοσκοπούν τις τελευταίες ημέρες, μια με το άσυλο και μια με την αξιολόγηση των υπαλλήλων, την ίδια στιγμή που τα βλέμματα όλων θα έπρεπε να είναι στραμμένα προς την ανατολή (και στο βορρά, ίσως, γιατί επίκειται η ονομασία των Σκοπίων, γεγονός που πιθανόν δυσαρεστήσει τους Έλληνες). Ας κοιτάξουμε όλοι επιτέλους την πραγματικότητα. Την ευθύνη την έχουν οι μεγαλύτεροι που διαμόρφωσαν συγκεκριμένες κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες, αλλά ας αναγνωρίσουν και οι νέοι τις δικές τους, παλεύοντας και αυτοί για το καλύτερο. Η δράση καμιά φορά ακολουθείται από τον διάλογο και όχι από την αντίδραση. Στο θέμα τού ασύλου οι φοιτητές δρουν για ν’ αντιδράσουν και όχι για να πετύχουν ένα θετικό αποτέλεσμα. Στη Βουλή οι πολιτικοί διαπληκτίζονται για να δικαιολογήσουν την αδράνεια και την ανεπάρκειά τους, δίχως να κατορθώνουν τίποτα απ’ όσα υπόσχονται και, κυρίως, απ’ όσα απαιτούν οι περιστάσεις.

  Ας αλλάξουμε κατεύθυνση και προσανατολισμό, όσο προλαβαίνουμε. Την εποχή που διανύουμε την διακρίνει μία αρνητική μοναδικότητα, που χρειάζεται την προσοχή και την ψυχραιμία όλων. Ας αλλάξουμε επιτέλους, διότι, διαφορετικά, οι αριστερές κορώνες των φοιτητών και οι αντίστοιχες κορώνες των πολιτικών πως η Ελλάδα αλλάζει προς το καλύτερο, θα θυμίζουν ολοένα και περισσότερο την ορχήστρα ενός παλιού ναυαγίου…

(σημ. Η παρήχηση τού ας στο κείμενο φανερώνει την προτροπή τού γράφοντος προς όλους για αλλαγή πορείας σε όλα τα επίπεδα).