Ο πόθος αναβάθμισης σε κλίμα υποβάθμισης

Ο πόθος αναβάθμισης σε κλίμα υποβάθμισης

Τράπεζες σε συνθήκες νέας προβληματικής. Το χρηματιστήριο υπό κατάρρευση. Τα ομόλογα υπό αμφισβήτηση. Το γενικότερο αναπτυξιακό αφήγημα σε απαξίωση. Η Κυβέρνηση όμως με φόντο την Νέα Υόρκη κάνει «περιπάτους» με επενδυτές ως μία αναπαράσταση του «Πρωινό στους Τιφανις», των καλών καιρών του παλαιού αμερικάνικου κινηματογράφου. Γνωρίζει όμως ο Πρωθυπουργός ότι και οι ξένοι ξέρουν πως στην ουσία ότι είναι να δοθεί έχει δοθεί και πως απλά η κουβέντα γίνεται για ένα «Τσαί στη Σαχάρα».

Τα γεύματα στην κοσμοπολίτική πρωτεύουσα του καπιταλισμού, πίσω από το γκλάμουρ των φωτογραφιών και των selfies, κρύβει απλά την πραγματικότητα πως στην ουσία είναι μία προσπάθεια διασκευής ενός εικονικού αφηγήματος. Αυτό που αναζητούν για να πεισθούν τα διεθνή κεφάλαια να επενδύσουν είναι η αλλαγή νοοτροπίας και προφανώς όχι η ανάδειξη ουτοπίας. Η ανάδειξη του αυτονόητου δηλαδή εν μέσω ενός διεθνούς περιβάλλοντος που κάποιοι managers χαρακτηρίζουν ως την «άκρη του χάους».

Τα μηνύματα κατά συνέπεια υπήρξαν αρνητικά από πλευράς διάθεσης των funds αλλά και επενδυτών γενικά να έλθουν στην χώρα, καθώς ως γνωστό το θέμα νοοτροπίας δεν αποτελεί πρόβλημα μόνον της παρούσας κυβέρνησης. Η αλλαγή δε αναμένεται ακόμα. Ας βρισκόμαστε στον 10 χρόνο της κρίσης.

Στον αντίποδα, η Κύπρος αντλεί από τις αγορές – με σημαντική υπερκάλυψη – 1,5 δις ευρώ με επιτόκιο σχεδόν το μισό από αυτό με το οποίο διαπραγματεύονται σήμερα τα Ελληνικά 10ετή. Αξιολογείται δε από την S&P με ΒΒΒ- ως επιλέξιμη επένδυση. Την ίδια περίοδο η Moody’s δεν αναβαθμίζει την Ελλάδα και η συζήτηση για Ελληνική έξοδο προσδιορίζεται για κάποια στιγμή το 2019 με σοβαρές επιφυλάξεις.

Αυτός ίσως είναι και ο λόγος που η πιθανότητα μη περικοπής των συντάξεων και η αντίστοιχη αρνητική αξιολόγηση της κίνησης αυτής από τις αγορές αφήνει αδιάφορο το οικονομικό επιτελείο. Βάση της αδιαφορίας αυτής αποτελεί το υπερπλεόνασμα. Μία πολιτική απόφαση υψηλού ρίσκου, καθώς εάν η χώρα δεν μπορέσει μέχρι τις αρχές του 2019 να βγει στις αγορές θα υπόκειται σε συνθήκες αναζήτησης χρηματοδότησης από άλλες πηγές. Κοινώς νέο μνημόνιο.

Όμως πρέπει πλέον να κατανοήσουν στο οικονομικό επιτελείο της Κυβέρνησης πως η επιτυχία της εξόδου της Κύπρου στις αγορές αυτομάτως έθεσε τον πήχη προϋποθέσεων για την δική μας έξοδο. Όσο και αν συντηρείται το θέμα των αγορών για λόγους επικοινωνιακούς πλέον, το βέβαιο είναι πως ο Πρωθυπουργός με αυτές δεν έχει και πολύ καλή σχέση αν κρίνουμε από τις αρχικές προεκλογικές εξαγγελίες που σχετίζονταν με χορούς και άλλα μουσικά όργανα.

Καθώς όμως οι αγορές δεν ξεχνούν, αυτονόητα είτε θα περάσει από τις αντίστοιχες συμπληγάδες αξιοπιστίας ή θα «προικοδοτήσει» στην επόμενη κυβέρνηση. Μία στάση που έχει ακολουθηθεί κατά κόρον από παλαιότερες κυβερνήσεις, όμως σήμερα δεν συμβάλλει πλέον στην αναγκαία εθνική προσέγγιση με δεδομένο το υπερβολικά ασταθές διεθνές περιβάλλον.

Δυστυχώς, εν μέσω διεθνών υβριδικών κρίσεων, η αδυναμία ανάγνωσης της πραγματικότητας αναδεικνύεται ακόμα εντονότερα από το γεγονός ότι στατιστικές αναλύσεις διαβάζονται μονοδιάστατα για να αναδειχθεί το επικοινωνιακό αφήγημα. Παράδειγμα η ερμηνεία της φαινομενικής αύξησης επενδύσεων την περίοδο Ιανουαρίου – Αυγούστου 2018 μέσω των αριθμών ίδρυσης νέων επιχειρήσεων την ίδια στιγμή που ο δείκτης οικονομικού κλίματος εμφανίζει τον Σεπτέμβριο ραγδαία επιδείνωση. Ένας δείκτης που αποτελεί την βάση διαμόρφωσης του ρυθμού ανάπτυξης.

Αρκεί δε μία ανάγνωση κάποιων δεδομένων του προσχεδίου του προϋπολογισμού για να αναδειχθεί για ακόμα μία φορά η διάθεση επικοινωνιακής υπερβολής. Δίδεται εσφαλμένη βαρύτητα σε μία ακόμα προγραμματική αντίφαση μεταξύ των ρυθμών ανάπτυξης που διεθνής οργανισμοί θεωρούν επιτεύξιμοι σε συνδυασμό με την επιδείνωση των διεθνών δεδομένων και των στόχων της Κυβέρνησης. Ρυθμός ανάπτυξης 2,1% για φέτος και 2,5% για το 2019. Στόχοι ανέφικτης επίτευξης. Την ίδια στιγμή που τυχόν αποκλίσεις από τον προϋπολογισμό θα δημιουργήσουν κενό ως προς τον στόχο του 3.5% των πλεονασμάτων με όλα τα αναμενόμενα επακόλουθα.

Η «εικονική» αυτή πραγματικότητα ως προς την βιωσιμότητάς της ανάπτυξη μπορεί εύκολα να μεταμορφωθεί σε εφιάλτη αν δεν γίνει αντιληπτό πως εκτός των παραμέτρων που διαφοροποιούνται διεθνώς όπως τα επιτόκια και η πολιτική παροχής ρευστότητας από ΕΚΤ και FED, καθώς και οι τιμές του πετρελαίου ως νέο παράγοντα, η μεγαλύτερη τροχοπέδη στην αναπτυξιακή προσπάθεια της χώρας παραμένει το ασταθές – αν όχι προβληματικό – τραπεζικό περιβάλλον. Κατ επέκταση η διαχείριση του ιδιωτικού χρέους.

Η βάση των υπεραισιόδοξων προβλέψεων του προσχεδίου του προυπολογισμού αναδεικνύεται από το «μαξιλάρι» ενός πλασματικού και αντιαναπτυξιακού πλεονάσματος, αδιαφορώντας στην ουσία για την ικανότητα εξόδου στις αγορές. Σκόπιμα παρακάμπτεται δε το γεγονός πως αν οι τράπεζες δεν κερδίσουν την εμπιστοσύνη των διεθνών επενδυτών, τα κεφάλαια που εκτιμάται ότι θα απαιτηθούν για την κεφαλαιακή τους ενίσχυση – εφόσον δεν επιτευχθούν οι στόχοι μείωσης των NPE – θα πρέπει να προκύψουν από το κεφαλαιακό απόθεμα του Δημοσίου. Κοινώς το υπερπλεόνασμα.

Ως υπόθεση εργασίας δε εάν συνυπολογίσουμε 6-7 δις οφειλές του Δημοσίου και 5-6 δις το πιθανό ύψος αναγκαστικής στήριξης των τραπεζών, προκύπτει πλέον πως το κεφαλαιακό απόθεμα τοποθετείται στο ύψος των 15 δις περίπου. Γίνεται αντιληπτό πως το ποσό αυτό δεν δίνει ούτε μεσοπρόθεσμη κάλυψη σε ένα συνθήκες διεθνούς αβεβαιότητας – ίσως και κρίσης- στην περίπτωση που το διεθνές περιβάλλον αποσταθεροποιηθεί περισσότερο. Μία από τους βασικούς λόγους που η βάση των υποθέσεων του προυπολογισμού διαμορφώνει κλίμα ασάφειας, αβεβαιότητας κυρίως δε υποβάθμισης.

Ο ποιο ανήθικος εγκλωβισμός των νέων: H αδυναμία στήριξης της δημιουργικής δυναμικής τους

Βιώνουμε εδώ και μία δεκαετία την απόλυτη οικονομική αλλά και ηθική κρίση. Αδυνατούμε όμως να αντιδράσουμε.
Το κυριότερο όμως σημείο των αναλύσεων αφορά την αδυναμία της σημερινής κυβέρνησης να παράξει, μια συγκεκριμένη και συντεταγμένη οικονομική πολιτική ανάπτυξης. Ειδικότερα όμως, μία πολιτική ανάταξης που θα επιφέρει κοινωνικές ισορροπίες.

Αντ’ αυτής, βλέπουμε να προωθούνται μέτρα που δημιουργούν ουσιαστικά έναν φαύλο κύκλο αντικρουόμενων πολιτικών, που στην ουσία αναγεννούν και αναδεικνύουν μια πληθώρα κοινωνικών αντιπαραθέσεων

Προωθείται η διαμόρφωση, ουσιαστικά αντιλαϊκών, εσωτερικών «αντιμέτρων» που μέσω της κοινωνικής «παγίδευσης» προσπαθούν να επηρεάσουν τις αδύναμες κοινωνικές ομάδες.

Το μόνο που κυριαρχεί είναι μία νωχελική απάθεια , μία φοβία, που μοιρολατρικά, όλα μαζί ,οδηγούν σε μία αντιπαραγωγική λογική των κοινωνικών ομάδων που αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στην απλή καθημερινότητα.

Ο κοινωνικός αυτός εγκλωβισμός διοχετεύεται, λοιπόν, σε κάθε πεδίο της οικονομικής και κοινωνικής ζωής. Διαμορφώνει όμως, και μία αλληλουχία «εναγκαλισμών» και εξαρτήσεων που δύσκολα αποβάλλονται, καθώς εδραιώνουν σταδιακά μία νέα κουλτούρα χαμηλών προσδοκιών.

Χωρίς προσδοκίες, ουσιαστικούς στόχους και ένα πρόγραμμα εκσυγχρονιστικής αναδιάταξης για την πλειοψηφία των πολιτών η ήδη υφιστάμενη «χαοτική» οικονομική προσαρμογή θα οδηγήσει σε ένταση της κοινωνικής διαφοροποίησης και σε έναν τεράστιο κοινωνικό εγκλωβισμό των οικονομικά ασθενέστερων. Ταυτόχρονα όμως, θα οδηγήσει στην απώλεια κάθε προσδοκίας της συλλογικής ανέλιξης και της κοινωνικοοικονομικής προόδου.

Αναδεικνύεται έτσι μία στρεβλή κουλτούρα αντιπαραγωγικών εξαρτήσεων. Η διαμόρφωση κουλτούρας όμως, αποτελεί το σημαντικότερο στοιχείο στην αναπτυξιακή πορεία της εκάστοτε χώρας. Με την υφιστάμενη πολιτική κοινωνικοοικονομικού εγκλωβισμού, που έχει δημιουργηθεί, κινδυνεύουμε να απεμπολήσουμε την κουλτούρα της επιχειρηματικότητας που οδήγησε, προ κρίσης, την χώρα στην αναπτυξιακή της δυναμική, και να την αντικαταστήσουμε με μία κουλτούρα εγκλωβισμού και εξάρτησης από το κράτος και την κεντρική εξουσία. Βασιζόμενη δυστυχώς στην εικονική πραγματικότητα στατιστικών προσεγγίσεων.

Στατιστική προσέγγιση αποτελεί και η εικονική ένδειξη μείωσης της ανεργίας. Άλλη μία προσέγγιση δηλαδή «κοινωνικού εγκλωβισμού» καθώς τα διλήμματα που τίθενται σε αυτή την περίπτωση είναι μεταξύ εκείνων που υποχρεώνονται σε μισθούς «μερικής απασχόλησης» και εκείνων που προτιμούν τα κοινωνικά επιδόματα γιατί απλά δεν έχουν μεγάλη οικονομική διαφορά από τον όποιο μισθό παίρνουν.
Η κοινωνική ομάδα που εγκλωβίζεται περισσότερο λοιπόν, είναι οι νέοι. Ειδικά εκείνοι που είτε δεν έχουν την «δυνατότητα» να αλλάξουν χώρα για ένα καλύτερο αύριο , είτε να βρουν μία θέση αντάξια των δεξιοτήτων τους.

Αυτός όμως, είναι ουσιαστικά ένας κοινωνικός εγκλωβισμός με μακροπρόθεσμες προεκτάσεις. Είναι ο πλέον ανήθικος εγκλωβισμός, καθώς εκτός από τους νέους υποθηκεύει αρνητικά την όποια μελλοντική αναπτυξιακή δυναμική συνολικά.

Αντί κοινωνικοοικονομικών προνομίων δραστηριοποίησης των νέων, τους «προσφέρονται» μονοδιάστατες υποστηρικτικές «παγίδες» καθημερινής τους συντήρησης.
Αντί των όποιων προτάσεων, για την διαμόρφωση μονίμων θέσεων εργασίας συγκεκριμένης στόχευσης, παρουσιάζονται προγράμματα για την έμμεση υποστήριξη της μερικής απασχόλησης ή της «φανταστικής» αύξησης του βασικού μισθού, μια αύξηση της τάξεως των 10 με 20 ευρώ .

Η ανάπτυξη στην χώρα όμως δεν θα προκύψει μόνον από τις μεγάλες επενδύσεις που όπως όλα δείχνουν αργούν να έρθουν ή πιθανότατα δεν θα έρθουν ποτέ . Ούτε βέβαια από την μείωση της φορολογίας που αποτελεί την μόνη ουσιαστικά πρόταση της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Άλλωστε, η μείωση της φορολογίας αποτελεί, μια πολιτική επιλογή με μεσοπρόθεσμο ορίζοντα ανάδειξης αποτελεσμάτων. Οι μεγάλες επενδύσεις, αν κει εφόσον έρθουν, θα μπορέσουν απλά να πυροδοτήσουν μια τυπική οικονομική ανάπτυξη.
Η διατήρηση της όποιας ανάπτυξης όμως, και η δημιουργία μιας οικονομικής βάσης με μακροπρόθεσμη και αυξάνουσα δυναμική θα προκύψει από την «καινοτόμο» και δημιουργική ενεργοποίηση των νέων, ταυτόχρονα όμως με μέτρα άμεσης αποτελεσματικότητας, που θα έχουν σαφείς κοινωνικές προεκτάσεις.

Σε αυτή την οικονομική φάση που βιώνουμε ως χώρα, για να επιτευχθεί ο συγκεκριμένος στόχος απαιτείται η διαμόρφωση μιας πραγματικης προοδευτικής κουλτούρας, με ιδέες και δράσεις, σε διάφορα πεδία εφαρμογής.
Και φυσικά μια σύγχρονη αποτελεσματικότητα με άξονα την ουσιαστική υποστήριξη της νεανικής επιχειρηματικότητας.
Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να υπάρξει άμεση στήριξη των κοινωνικών επιχειρήσεων με νέους ανέργους που κατέχουν συγκεκριμένες δεξιότητες.
Θα πρέπει να υλοποιηθεί η δωρεάν διασύνδεση των μακρινών χωριών προκειμένου να αναδειχθούν ποικιλόμορφοα, διαδικτυακά επιχειρηματικά και επιμορφωτικά σχήματα.
Αυτό συνεπάγεται και άμεση διασύνδεση της δυναμικής επιχειρηματικότητας με τα πανεπιστημιακά ιδρύματα.
Κοινώς θα πρέπει να ανεγεννηθούν, πολιτικές απεγκλωβισμού των κοινωνικών ομάδων που έχουν την δυνατότητα να «αντιδράσουν» παραγωγικά και παραγωγικά εφόσον όμως τους δοθούν τα κατάλληλα εναύσματα.

Η Ευρώπη, τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, βρίσκεται σε μια φάση οικονομικής αναδιάταξης, την ίδια στιγμή που η χώρα μας δεν μπορεί να βρει τον δικό της «οικονομικό βηματισμό.
Είναι άλλο πράγμα λοιπόν, να αναζητείς πολιτική με βάση επιλογές και είναι άλλο, να μην έχεις ούτε πολιτική, αλλά ούτε επιλογές.

Την ίδια στιγμή, που γίνεται προσπάθεια διαμόρφωσης μίας νέας αναπτυξιακής εικόνας της Ευρώπης, είναι παραπάνω από αναγκαία η ολοκλήρωση μιας νέας Ευρωπαϊκής Στρατηγικής με ορίζοντα το 2030 για μια ισχυρή Ευρωπαϊκή Οικονομία που θα αξιοποιήσει τις τεράστιες δυνατότητες της Ευρώπης και θα συγχρονιστεί με την 4η Βιομηχανική Επανάσταση, προκειμένου να παραχθεί νέος πλούτος, και η χώρα μας θα πρέπει και αυτή να είναι μέρος αυτής της προσπάθειας .
Ταυτόχρονα με αυτή τη διαδικασία θα πρέπει να αντιμετωπίσουν και οι αρνητικές επιπτώσεις κυρίως από την μείωση των παραδοσιακών θέσεων εργασίας.
Αυτές θα κληθούν να τις καλύψουν και να τις αντικαταστήσουν οι νέοι με την νέα κουλτούρα και τις αντίστοιχες δεξιότητες.

Δυστυχώς σε αυτό το σημείο που βρισκόμαστε σήμερα, και μέχρι το 2030 η μάχη διεκδίκησης μίας θέσης στο διαμορφούμενο νέο παραγωγικό ευρωπαϊκό μοντέλο για την νεολαία είναι άνιση και μάλλον χαμένη αν δεν αντιδράσουμε άμεσα και συντεταγμένα.

Δημοσιεύτηκε στο capital. gr