ΕΝΑΣ ΣΜΗΝΑΓΟΣ ΔΕ ΦΕΡΝΕΙ ΤΗΝ ΑΝΟΙΞΗ

ImageHandler

  «Σηκώστε το κεφάλι ψηλά», είπε από το πιλοτήριο ο σμηναγός και έδωσε ένα τόνο αισιοδοξίας στις καγκελοποιημένες παρελάσεις και στη συννεφιασμένη επέτειο.  Απευθύνθηκε στους Έλληνες  χωρίς κανένα διαχωρισμό και η φράση του μας έκανε να αισθανθούμε πως κάτι εθνικό συνέβαινε εκείνη την ημέρα. Αυτός μόνος. Κανείς άλλος μαζί του. Αυτή η επέτειος είχε ένα διαφορετικό κλίμα. Ο σχολιασμός της αναλώθηκε στα εμφυλιοπολεμικά χρόνια και όχι στο γεγονός τού 1940. Σε παρέλαση δήμου τής Αττικής, με απόφαση τού δημάρχου, ακούστηκε ο ύμνος τού ΕΑΜ στην παρέλαση και αυτό πυροδότησε αντιδράσεις και συζητήσεις όχι για τον Μεταξά και το «ΟΧΙ», αλλά για τον εμφύλιο, ποιος συνθηκολόγησε με ποιον, ποιος επικράτησε, ποιον αποτίμησε θετικά η ιστορία και άλλα τέτοια, την ίδια στιγμή που οι Τούρκοι γίνονται ολοένα και πιο προκλητικοί στην Κύπρο. Το εξωφρενικό, το αδιανόητο, ήταν ένα ρητορικό ερώτημα πολιτευτή τής ΝΔ (τού κ. Θ. Πλεύρη), ο οποίος αναρωτήθηκε πώς θα αισθανόταν άραγε ένα παιδί δεξιάς οικογένειας ακούγοντας τον ύμνο τού ΕΑΜ την ώρα που παρέλαυνε.

   Με όλο τον σεβασμό σε όλες τις απόψεις, καθώς όλοι κρίνονται όταν αρθρώνουν δημόσιο λόγο, επειδή είναι νέος άνθρωπος, ηλικιακά τουλάχιστον, θα έπρεπε καταρχήν να αναρωτηθεί, και όχι μόνον αυτός, ποιο παιδί που παρέλαυνε γνώριζε τι ακούγεται και τι σημαίνει ΕΑΜ (το πιο πιθανό είναι να ακούστηκε γνώριμος ο ήχος φέρνοντας στο μυαλό κάποιων παιδιών ένα ηλεκτρονικό παιχνίδι). Εάν εκείνη την ώρα ξεσπούσαν επεισόδια από θερμόαιμους εκατέρωθεν, ποιο παιδί θα καταλάβαινε γιατί παρεκτράπη η παρέλαση; Επειδή σε αυτή την επέτειο έλειψαν τα επεισόδια προηγούμενων ετών, βοήθησε ίσως ο καιρός και τα κάγκελα(…), το παραπάνω θέμα σχεδόν μονοπώλησε τις συζητήσεις. Δευτερευόντως εντύπωση προκάλεσε ο έγχρωμος σημαιοφόρος, αλλά το θέμα πέρασε «στα ψιλά» από τα δελτία ειδήσεων, και μόνο στο διαδίκτυο σχολιάστηκε αρκούντως. (Αρκετά χρόνια πριν όλοι θυμόμαστε τον σάλο που προκάλεσε ένας άλλος σημαιοφόρος από την Αλβανία. Το θέμα τώρα δεν «πουλάει», γιατί και στις δύο εθνικές επετείους, τα τελευταία χρόνια, τυγχάνει να σηκώνουν την σημαία παιδιά που δεν είναι Έλληνες. Θα ρωτήσει κάποιος τι είναι τελικά Έλληνες και η συζήτηση «τραβάει» επί μακρόν για το αν δικαιούται κάποιος μη Έλλην να υψώνει τη γαλανόλευκη.)

  Ο Πρόεδρος τής Δημοκρατίας προτίμησε, κατά τη συνήθη τακτική, τις γενικότητες περί ενότητος και μάχης που πρέπει να δοθεί για να ξεπεραστεί η κρίση, υπογραμμίζοντας τον ρόλο των ενόπλων δυνάμεων. «Με αλληλεγγύη», είπε, αλλά αναρωτιέμαι εάν ο ίδιος, στην πράξη, έχει κινηθεί προς σ’ αυτή την κατεύθυνση, όπως προστάζει η θέση και το αξίωμά του. Κατά τ’ άλλα άπαντες δήλωσαν περήφανοι για το έπος του ’40, και σίγουροι για την ετοιμότητα των ενόπλων δυνάμεων, όποτε κι εάν χρειαστούν. Στερεότυπες εκφράσεις, προσαρμοσμένες στα χρόνια τού μνημονίου, και λόγια που κανείς δε θέλει ν’ ακούει πλέον. Ο υπουργός παιδείας αναφέρθηκε στα  μέτρα ασφαλείας, θεωρώντας τα αναγκαία, εκφράζοντας παράλληλα την ευχή να είναι η τελευταία παρέλαση που γίνεται με κάγκελα. Ο πρωθυπουργός έκανε λόγο για ελευθερία, δημοκρατία, αξιοπρέπεια και παρακαταθήκες των ηρώων. Η αντιπολίτευση προέτρεψε σε αγώνες για να ανατραπεί η παρούσα πολιτική. Και πέρασε η ημέρα, οι σημαίες κατέβηκαν από τα περισσότερα μπαλκόνια και επιστρέψαμε άρον άρον στις ρυθμίσεις για τα ληξιπρόθεσμα, στο ελληνικό υποβρύχιο που πλέει στη Μεσόγειο, για το τι σημαίνει έξοδος από το μνημόνιο και όλα αυτά τής επικαιρότητας. Και άρχισαν εκ νέου οι δηλώσεις και τα δελτία τύπου από κυβέρνηση και αντιπολίτευση, που κανένα νόημα δεν έχουν για τον κόσμο, και τους κάνουν να φαίνονται ακόμα κατώτεροι των περιστάσεων.

  Επέτειος ήταν και με τα τυπικά αποτελεί τώρα παρελθόν. Σαν επέτειος τι άλλο θα μπορούσε να είναι…ίσως μια ευκαιρία ν’ αντιληφθούν οι Έλληνες πως είναι έθνος. Πως είναι ένας λαός,  που στην πλειονότητά του υποφέρει, και πως ήρθε ο καιρός ν’ αρχίσει να κοιτάζει ψηλά. Δυστυχώς οι πολιτικοί, ξεχνώντας τις καθιερωμένες δηλώσεις τους για την επέτειο, εργάζονται προς την αντίθετη κατεύθυνση, δημιουργώντας και καλλιεργώντας κλίμα διχασμού. (Ο διχασμός δε σημαίνει απαραίτητα δεξιά ή αριστερά. Έχει περάσει σε πιο απλά επίπεδα, πέρα από ιδεολογίες. Γιατί π.χ. ο ένας δικαιούται επίδομα και όχι ο άλλος, γιατί εκείνη η ομάδα πολιτών ρύθμισε τα χρέη της, ενώ κάποιοι άλλοι δεν περιλαμβάνονται στις ρυθμίσεις, για ποιο λόγο ο τάδε νομός έχει υψηλότερο συντελεστή από κάποιον άλλο σχετικά με το επίδομα θέρμανσης, ακόμα και με τις πρόσφατες πλημμύρες, κάποιοι θα αποζημιωθούν και κάποιοι όχι.)

  Ο σμηναγός έδωσε το σύνθημα, χωρίς να διαχωρίσει κανέναν. Μένει σε όλους εκείνους που τον επαίνεσαν ν’ αλλάξουν προσανατολισμό και να μεριμνήσουν, ώστε να σηκώσουμε το κεφάλι ψηλά όλοι μαζί.

ΕΝΟΧΙΚΗ ΕΠΕΤΕΙΟΣ

ΕΝΟΧΙΚΗ ΕΠΕΤΕΙΟΣ

   Ο Ιωάννης Μεταξάς, στο αίτημα για επέλαση των Ιταλών το βράδυ της 28ης Οκτωβρίου 1940 απάντησε με τη γνωστή φράση «Alors, c’est la guerre» (αυτό σημαίνει πόλεμο) και σήμανε εκείνη η νύχτα την έναρξη τού ελληνοϊταλικού πολέμου. Πολλά έχουν ειπωθεί για την προσωπικότητα τού Μεταξά και πιο συγκεκριμένα για τα γεγονότα εκείνης της νύχτας. Λαμπρές σελίδες στην ιστορία τής Ελλάδος, Έπος τού Σαράντα, μάχες στα ελληνοαλβανικά σύνορα, νίκη των Ελλήνων, και τα σχετικά ιστορικά στοιχεία, αφορούν την ιστορική αποτίμηση τού πολέμου και όχι την επέτειο τής αφετηρίας του.

  Η επέτειος αφορά την ανάμνηση, την θύμηση τής κίνησης τού Μεταξά και την είσοδο τής χώρας στον πόλεμο. Παρελάσεις σε κεντρικές, και μη, πόλεις σε όλη την Ελλάδα, μαθητικές και στρατιωτικές, με σύσσωμη την πολιτική και στρατιωτική ηγεσία παρούσα και τις γαλανόλευκες να κυματίζουν σε μπαλκόνια. Το τυπικό τού εορτασμού τής επετείου μάλιστα έχει καθιερώσει και συγκεκριμένο φαγητό γι’ αυτή την ημέρα, καθώς και την «κλασική» ερώτηση πλέον σε μαθητές για το τι εορτάζεται αυτή την ημέρα (λες και φταίνε οι μαθητές που δε γνωρίζουν, αλλά αυτό είναι θέμα μεγάλης συζήτησης). Εθνική παλιγγενεσία και εθνική υπερηφάνεια. Ένα αίσθημα πως όλοι οι Έλληνες, ως έθνος, γίνονται ένα, χάριν τής αναμνήσεως τού «ΟΧΙ».

   Τα τελευταία χρόνια, στα χρόνια τού μνημονίου, το τυπικό έχει αλλάξει κατά τι. Κάγκελα υψώνονται μπροστά από τους «επισήμους» στις παρελάσεις, για την αποφυγή επεισοδίων. Αγανακτισμένοι πολίτες, απελπισμένοι, αδικημένοι, δράττονται της ευκαιρίας τής επετείου για να διαμαρτυρηθούν στους πολιτικούς, που ευθύνονται για τη σημερινή κατάσταση. Ο εκάστοτε «επίσημος», σε κάθε εξέδρα παρελάσεως, προσωποποιεί για τον πολίτη την αιτία των δεινών της κρίσης (ο διαμαρτυρόμενος, βέβαια, εκείνη τη στιγμή σκοπίμως ξεχνά πως πλέον δε βρισκόμαστε σε Κατοχή, επομένως ο κάθε πολιτικός στην εξέδρα βρίσκεται επειδή έχει ψηφιστεί με δημοκρατικές διαδικασίες, ήτοι και προσωπική ευθύνη των πολιτών).

  Και φέτος οι παρελάσεις θα γίνουν υπό το ίδιο καθεστώς, με κάγκελα και μέτρα ασφαλείας, υπό το φόβο επεισοδίων. Αναρωτιέμαι πού είναι η εθνική υπερηφάνεια. Πού είναι το «σύσσωμο» τού έθνους, όταν ακραίες φωνές συγκρούονται μεταξύ τους, με φόντο την επέτειο και μια κουρελιασμένη γαλανόλευκη, που ο καθένας διεκδικεί ως περισσότερο πατριώτης από τον άλλον. Οι δηλώσεις των πολιτικών θα κυμανθούν, γι’ άλλη μια φορά, στα ίδια επίπεδα, πως, δηλαδή, η χώρα αρχίζει και βγαίνει από την κρίση, χάριν στις θυσίες τού λαού. Οι επιζήσαντες ανάπηροι πολέμου θα εξακολουθούν και φέτος να διακηρύττουν πως δεν πολέμησαν για μια τέτοια Ελλάδα, για μια χώρα τής εξαθλίωσης και πάντοτε οικονομικά υποταγμένης. Και ενδόμυχα, οι έχοντες την πρωτοβουλία για τα μέτρα ασφαλείας, ίσως να παρακαλούν να σταθεί ο καιρός σύμμαχός τους, ώστε να συγκεντρωθεί όσο το δυνατόν λιγότερος κόσμος.

   Στο ίδιο έργο θεατές γι’ άλλον ένα χρόνο. Η ιστορικότητα τού γεγονότος δεν αμφισβητείται και υπογραμμίζεται. Μήπως ήρθε, όμως, η ώρα ν’ αλλάξει το τυπικό τής επετείου; Με τους Ιταλούς είμαστε, σχεδόν, στην ίδια μοίρα σήμερα. Τα τουρκικά πλοία αλωνίζουν στο Αιγαίο και στην Κύπρο και όλοι αντιλαμβάνονται πως στα εθνικά θέματα πάσχουμε, όντες απασχολημένοι με τα οικονομικά στο εσωτερικό. Αναρωτιέμαι εάν η εικόνα τής επετείου προκαλεί ένα μειδίαμα στους ξένους, καθώς άπαντες γνωρίζουν πως η Ελλάδα είναι μια χώρα πλήρως εξαρτημένη και δείχνει αναχρονιστικό να εορτάζει με αυτόν τον τρόπο. Αντί για βαρύγδουπες και πατριωτικές κορώνες, οι ιθύνοντες ας φροντίσουν για το σήμερα. Έφτασε η ώρα να πάψουμε να αντλούμε αίγλη και δύναμη από το παρελθόν, διότι φαντάζει οξύμωρο με τη σημερινή κατάσταση που βιώνουμε όλοι. Η ιστορία δεν αποτίμησε μόνο το «ΟΧΙ» τού Μεταξά, αλλά αποτιμά όλα τα «ΟΧΙ» και τα «ΝΑΙ» από τότε έως σήμερα.

  Καλή αυριανή Έλληνες. Εύχομαι την 25η Μαρτίου να τα πούμε χωρίς κάγκελα..