Για το αίτημα επέκτασης τής δανειακής σύμβασης

Είναι σίγουρα θετικό το γεγονός ότι σταδιακά η Ελληνική Κυβέρνηση αρχίζει να αντιμετωπίζει την πραγματικότητα. Οι διαπραγματεύσεις με ένα αρτηριοσκληρωτικό και εξαιρετικά συντηρητικό Ευρωπαικό κατεστημένο δεν ολοκληρώνονται πάντα υπέρ όσων εκφράζουν δίκαια αιτήματα. Δίκαιο άλλωστε θα ήταν-και είναι- το αίτημα των άλλων Ευρωπαίων να αποπληρωθούν τα δάνεια προς τις χώρες τους. Έστω και καθυστερημένα η Ελληνική Κυβέρνηση αντιλήφθηκε ότι η θεωρία παιγνίων μπορεί να της βγαίνει επικοινωνιακά, όμως η αναδίπλωση είναι πλέον προς το συμφέρον των Ελλήνων που κατά 70% δεν επιθυμεί την έξοδο από το Ευρώ.
Μετά την λογική αυτή εξέλιξη όμως –στα πλαίσια μίας ειλικρινούς επικοινωνίας με τον λαό- θα πρέπει να παραδεχθεί η κύριος Τσίπρας πως παράταση της «δανειακής σύμβασης» δεν αντιπροσωπεύει τίποτα άλλο από παράταση του Μνημονίου που ως νομικός όρος δεν είναι τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από την συγκεκριμενοποίηση των όρων της δανειακής σύμβασης. Δεν είναι δίκαιο να επιχειρηθεί να εξαπατηθεί χάριν αναζητήσεων «βολικής πολιτικής ορολογίας». Ας παραδεχθούμε πως έχουν επιτευχθεί πολλά από τον χειρισμό μέχρι σήμερα. Ας επανέλθουμε όμως στην ωμή και ειλικρινή πραγματικότητα που τόσο έχει ανάγκη ο λαός. Είμαι σίγουρος πως σε αυτή την δεδομένη χρονική στιγμή αυτή θα εκτιμηθεί παρά την αδυναμία τήρησης όλων των προεκλογικών υποσχέσεων.

Για τις δηλώσεις Βαρουφάκη

Η δήλωση Βαρουφάκη για το διογκούμενο δημοσιονομικό κενό και η «επίκληση» της «ευσπλαχνίας» της ΕΚΤ δεν συνιστά σχεδιασμένη πολιτική για διαχείριση κρίσης από την Κυβέρνηση. Προβλέπω πως η περίφημη «γέφυρα», η βάση της οποίας απαξίωνε τα 7,2 δις της δόσης, ορίζεται πλέον ως κάλυψη αναγκών από τα αποθεματικά και την ρευστότητα ασφαλιστικών ταμείων και άλλων οργανισμών, με ό, τι και αν αυτό συνεπάγεται. Αν δε ακολουθηθεί η τακτική αυτή της κάλυψης των αναγκών με «υποχρεωτικό» δανεισμό και έκδοση εντόκων, μέσω της ρευστότητας των φορέων αυτών, αντιλαμβανόμαστε όλοι τι θα σημαίνει αυτό για την εκπλήρωση μελλοντικών υποχρεώσεων του κράτους, την πορεία των συντάξεων καθώς και την περίφημη πλέον «διαπραγματευτική ισχύ» μας μετά το πέρας του τετραμήνου…

Η κοινωνική συναίνεση δεν είναι δεδομένη

«…Η επανεκκίνηση της οικονομίας θα πρέπει να αναζητεί επανεκκίνηση και επανασχεδίαση της φιλοσοφίας θεσμών, αλλά και αναπτυξιακών φορέων, που κατά το παρελθόν όχι μόνον δεν έχουν επιτελέσει το ρόλο τους, αλλά σε πολλές περιπτώσεις έχουν αποτελέσει μέρος του προβλήματος. Η χώρα όμως δεν έχει την πολυτέλεια να αφήσει τις κοινωνικές ανισότητες που διαμορφώθηκαν την περίοδο της κρίσης να συνεχίσουν να αυξάνουν. Οι μεγάλες εισοδηματικές ανισότητες είναι εκείνες που μπορούν να επηρεάσουν αρνητικά την ανάπτυξη. Η ανισότητα υπονομεύει την πολιτική και οικονομική σταθερότητα και κατ’ επέκταση την επενδυτική διάθεση των επιχειρήσεων. Επιπρόσθετα, θέτει σε κίνδυνο την κοινωνική συναίνεση που είναι απαραίτητη σε περιπτώσεις ενός μεγάλου οικονομικού σοκ. Επομένως, βασική προτεραιότητα των επόμενων κυβερνήσεων πρέπει να είναι η μείωση των ανισοτήτων με κύρια στόχευση την αποκατάσταση της «πλήρους απασχόλησης…»

(Ηρ. Ρούπας, Οικονομία σε ύφεση-Πολιτική υπό κρίση, Αθήνα 2014)

 Εάν οι προτάσεις της σημερινής κυβέρνησης είναι ρεαλιστικές, εφικτές και τις αποδεχθούν οι εταίροι  μας, δε σημαίνει πως η Ελλάδα έλυσε τα προβλήματά της και αρχίζουμε να πορευόμαστε σε μια ευημερία και αυθαίρετη ανάπτυξη. Το ζήτημα των ημερών δεν είναι εάν κέρδισε η Ελλάδα ή επλήγη το γόητρο των Γερμανών. Το αποτέλεσμα αυτό θα κριθεί μακροπρόθεσμα. Η κυβέρνηση που εξελέγη με συγκεκριμένο πρόγραμμα οφείλει τώρα να ισορροπήσει μεταξύ των δεσμεύσεων έναντι των δανειστών και των κοινωνικών απαιτήσεων που η ίδια δημιούργησε. Η κοινωνική συναίνεση δεν θεωρείται δεδομένη στην παρούσα χρονική στιγμή, καθώς απτά αποτελέσματα δεν έχουν φανεί. Το μνημόνιο, οι θεσμοί, το πρόγραμμα, η γέφυρα, οι εταίροι, οι δανειστές, η στροφή στο ρεαλισμό, και κάθε είδους λέξη που μοιάζει ανακουφιστική επικοινωνιακά, δεν αλλάζει την ουσία. Η χώρα μας εξακολουθεί να βρίσκεται υπό αυστηρή εποπτεία, μεταρρυθμίσεις επιβάλλεται να εφαρμοστούν και τα περιθώρια για κοινωνική πολιτική είναι μικρά. Μένει να διαπιστώσουμε εάν η κυβέρνηση θα τολμήσει να «πειράξει» τα κακώς κείμενα, ν’ απεμπλακεί από τα μικροπολιτικά συμφέροντα και να δημιουργήσει επιτέλους εκείνες τις συνθήκες, προκειμένου η χώρα ν’ αρχίσει να γίνεται παραγωγική και ανταγωνιστική.

Η διαπραγματευτική τακτική που εισήγαγε η Κυβέρνηση υπαγορεύει την ανάγκη ανανέωσης σε όλα τα Κόμματα

Κάθε πολιτικά σκεπτόμενο άτομο πρέπει να αναγνωρίσει πως στην παρούσα φάση η Κυβέρνηση έδειξε κάτι το διαφορετικό ως προς την στρατηγική της διαπραγμάτευσης.

Παρά το γεγονός ότι ανήκω σε άλλο πολιτικό χώρο οφείλω να επισημάνω πως αυτή η διαφοροποίηση στο τρόπο που πολιτεύεται η Κυβέρνηση θα βοηθήσει στην «υποχρεωτική» και ουσιαστική ανανέωση του στελεχιακού δυναμικού και του τρόπου «πολιτεύεσθαι» όλων των κομμάτων. Εκτιμώ πως θα βρεθεί συμβιβαστική λύση την Δευτέρα. Όμως δεν πρέπει να παρασυρθούμε πιστεύοντας ότι από την στιγμή εκείνη και μετά τα πράγματα θα αλλάξουν.

Δυστυχώς τα δύσκολα έρχονται άμεσα, προκειμένου – εάν κερδίσουμε χρόνο – να καταστεί δυνατή η εξισορρόπηση της οικονομίας, η σταθεροποίηση των τραπεζών, όταν ταυτόχρονα θα πρέπει να στηριχθούν άμεσα οι οικονομικά ευπαθείς ομάδες. Ας μην περνάει από το μυαλό κανενός ότι η πιθανότητα «δραχμής» θα ήταν προτιμότερη από αυτό που βιώνουμε σήμερα. Αρκεί να ενημερωνόμαστε συχνά για το τι συμβαίνει σε χώρες που χρεοκόπησαν, ή ακόμα πόσους νεκρούς είχε η Αργεντινή κατά την πρώτη της χρεοκοπία. Τα οφέλη από την επιτυχία των διαπραγματεύσεων θα είναι πολλαπλά για τη χώρα μας.

Όπως έχω τονίσει επανειλημμένως, μεγάλο μέρος ευθύνης για την σημερινή κατάσταση δεν φέρει το «μνημόνιο» αλλά οι «απαίδευτοι» πολιτικοί, που νομοθετούσαν στο πόδι, ή εν μέσω κρίσης εξακολουθούσαν να «βολεύουν» ο ένας τον άλλο.

Πολλά τα λάθη σε προηγούμενες νομοθετικές παρεμβάσεις. Ακόμα περισσότερα στον τρόπο υλοποίησης τους. Δεν αρκεί όμως μόνο η κριτική στο παρελθόν από τους νέους υπουργούς. Πρέπει να αποδείξουν ότι είναι «διαφορετικοί». Ο χρόνος αναμονής και χάριτος όμως είναι λίγος, ενώ η μέχρι σήμερα πολιτεία τους δείχνει πως έχουν ανακληθεί πολλά από τα όσα είχαν υποσχεθεί.

Για να μη δημιουργούνται αυταπάτες, θα ήθελα να υπογραμμίσω πως μια θετική έκβαση για την Ελλάδα θα είχε κυρίως ηθικό βάρος και ανακούφιση προς το λαό και τη θέση μας στην Ευρώπη. Ακόμα κι εάν αλλάξει όνομα η Τρόικα, παραμένουμε υπό την εποπτεία των τριών θεσμών, γεγονός που πρέπει να γίνει κατανοητό απ’ όλους. Αμοιβαίες υποχωρήσεις και συμβιβαστική λύση, προς το συμφέρον των πολιτών, θα ήταν το καλύτερο που θα μπορούσε να αποσπάσει η Ελλάδα τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή.

ΚΑΠΟΙΟΙ ΕΠΙΜΕΝΟΥΝ ΚΑΙ ΜΕΤΕΚΛΟΓΙΚΑ ΝΑ ΠΑΙΖΟΥΝ ΜΕ ΤΡΑΙΝΑ

 Όταν μιλάμε για ανάπτυξη, και μάλιστα σε μια περιοχή όπως η Αχαΐα, οφείλουμε ν’ απευθυνόμαστε με αλήθειες στους πολίτες. Τις τελευταίες ημέρες έχει προκαλέσει θόρυβο η χάραξη της σιδηροδρομικής γραμμής και η διέλευση του προαστιακού. Ακούγονται διάφορες διαβεβαιώσεις  και τοποθετήσεις, αλλά καθώς η κυβέρνηση καθυστερεί να ορίσει νέο Πρόεδρο και διοίκηση στην ΕΡΓΟΣΕ, τα ερωτηματικά παραμένουν. Kάποιοι δε, οργανώνουν συγκεντρώσεις «ενημέρωσης» χωρίς καμία νομιμοποίηση, καθώς το νυν «ακέφαλο ΔΣ» την στερείται.
 Καταστηματάρχες και πολίτες εκφράζουν τη δυσαρέσκειά τους για την κατάργηση ή μεταφορά στάσεων, για την ενδεχόμενη υπογειοποίηση και τα σημεία που θ’ αποτελέσουν σταθμούς κι εάν τελικά αυτό το μέσο θα συνεχίσει να εξυπηρετεί χιλιάδες πατρινών και φοιτητών της πόλης, ή θα υποβαθμιστεί. Προεκλογικά η Διοίκηση της ΕΡΓΟΣΕ προφανώς γνώριζε την εξέλιξη, αλλά για ευνόητους λόγους την απέκρυπτε ή παρουσίαζε μία στρεβλή πραγματικότητα, θεωρώντας ότι θα αποκομίσει πολιτικά οφέλη κατά την πρόσφατη προεκλογική περίοδο, αναδεικνύοντας μάλιστα ως επιτυχία την ολοκλήρωση ενός δημόσιου έργου με χρήματα των φορολογουμένων το… 2017. Είναι γνωστό όμως, πως διαχρονικά ο εκάστοτε κομματικός πρόεδρος «διεκδικεί» τις δικές του αλήθειες, προστατεύοντας έναν οργανισμό ο σχεδιασμός και η λειτουργία του οποίου αφήνει πολλά ζητήματα προς διερεύνηση. Ειδικά όταν πρόκειται για το μέλλον της Αχαΐας.
 Οφείλουν, λοιπόν, τώρα ν’ απαντήσουν ξεκάθαρα πώς ένα τέτοιο έργο υποδομής, με τεράστιο κόστος, θα εξακολουθήσει ν’ αποτελεί μοχλό ανάπτυξης για την περιοχή, για ποιο λόγο προέκυψαν μετά τις εκλογές οι αντιδράσεις και, κυρίως, ποιος σχεδιασμός εξασφαλίζει την ομαλή και μακροπρόθεσμη λειτουργία του, χωρίς ταυτόχρονα να διαταραχθεί ο πολεοδομικός ιστός και η υφιστάμενη άρτια εξυπηρέτηση που προσφέρει. Οι πολίτες δικαιούνται συγκεκριμένες δεσμεύσεις, δίχως γενικότητες και υπεκφυγές. Ίσως δε, θα ήταν ωφέλιμο να μάθουμε γιατί η προηγούμενη διοίκηση σιώπησε ή πληροφόρησε λανθασμένα. Η υφιστάμενη διοίκηση δε νομιμοποιείται πλέον να διοργανώνει συζητήσεις, συνάξεις και ό, τι συναφές, καθώς εκτίθεται. Θα ήταν προτιμότερο να αναλάβει τις ευθύνες της και να παραιτηθεί άμεσα.  Ελπίζω οι αντιδράσεις του Δημάρχου Πατρέων, ομοίως και της παράταξης που πρόσκειται στον ΣΥΡΙΖΑ, να οδηγήσουν στο επιθυμητό για την Πάτρα αποτέλεσμα.