ΕΚΛΟΓΕΣ- Η ΑΤΟΜΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ

  Μία από τις πολλές παράπλευρες απώλειες της λανθασμένης εφαρμογής του μνημονίου ήταν ο λεγόμενος κοινωνικός αυτοματισμός. Με τη λήψη οριζοντίων οικονομικών μέτρων, χωρίς ιδιαίτερη μελέτη ή συζήτηση με τους αρμοδίους φορείς, αρχικά επήλθε ο διαχωρισμό τής κοινωνίας σε δημοσίους και ιδιωτικούς υπαλλήλους. Μείωση μισθών, περικοπές επιδομάτων, διεύρυνση ωραρίου, απολύσεις κτλ, έγιναν αιτία να στραφεί η μία κοινωνική ομάδα εναντίον της άλλης. Οι δημόσιοι υπάλληλοι έχασαν προνόμια που κανείς δεν αμφισβητεί πως είχαν,τα ο γεγονός αυτό όμως δεν ικανοποίησε τον ιδιωτικό τομέα, τον οποίο συντηρούσε ο δημόσιος. Ο διαχωρισμός αυτός οδήγησε σε μεγαλύτερη αγανάκτηση τους ανέργους, καθώς καθημερινά γίνονταν θεατές μιας διαμάχης εργαζομένων. Στην πορεία ο κοινωνικός αυτοματισμός παρέσυρε τα κλειστά επαγγέλματα, τους οδηγούς ταξί, τους δικηγόρους, τους φαρμακοποιούς κ.ά. Μέσα σε όλο αυτό το κλίμα δε γινόταν να μείνουν εκτός οι αγρότες, οι οποίοι επανειλημμένως κατηγορούνται πως στα χρόνια προ κρίσης κατείχαν την μερίδα του λέοντος λόγω των επιδοτήσεων. Ο κοινωνικός αυτοματισμός είναι μια καλή ευκαιρία για αυτοκριτική. Όχι τού κόμματος ή ενός κόμματος αυτή τη φορά, αλλά για αυτοκριτική τού κάθε ενός ξεχωριστά.

 Αναφέρθηκε προηγούμενα πως η Δημοκρατία δεν αμφισβητείται. Πυλώνας τής δημοκρατίας, έκφραση και βάση της είναι οι εκλογές. Στις εκλογές δικαίωμα ψήφου έχουν άπαντες, δημόσιοι και ιδιωτικοί υπάλληλοι, δικηγόροι, αγρότες, φαρμακοποιοί, κτλ. Για να είμαστε δίκαιοι, ως οφείλουμε με την δημοκρατία, ας αναγνωριστεί, σε μικρό έστω ποσοστό, η ατομική ευθύνη. Ποια είναι τα κριτήρια τού κάθε ψηφοφόρου, ξεχωριστά και προσωπικά, κάθε φορά; Ο, δικαιολογημένα αγανακτισμένος, κόσμος, η κοινωνία που υποφέρει ας αλλάξει τα καθεστώτα και υπαρχοντα και ας ανανεώσει. Ας δούμε την κρίση σαν ευκαιρία ν’ αλλάξει το πολιτικό προσωπικό, το οποίο δεν τοποθετείται αυθαίρετα στην Βουλή. Τίποτα απολύτως δεν πρόκειται να θυμίσει ξανά την Ελλάδα προ τού έτους 2009. Όσοι υποστηρίζουν πως θα το καταφέρουν, αυταπατώνται μεν, αλλά εξαπατούν και τον πολίτη. Οι διεθνείς συνθήκες, οικονομικές και πολιτικές, έχουν αλλάξει και οφείλουμε ν’ ακολουθήσουμε. Ας αφήσει ο καθένας πίσω του την εποχή που η ψήφος ήταν το μέσο, το εφαλτήριο, για να έχει εργασία, να «βολέψει» ή να «βολευτεί», να πάρει μια μετάθεση, ή ό, τιι άλλο εμπίπτει σε αυτό που κοινώς ονομάζουμε «ρουσφέτι».

  Όσοι από τους πολίτες αντελήφθησαν εγκαίρως την ανωτέρω αλλαγή, άρχισαν από θυμό και οργή να ψηφίζουν όχι με κάποιο πολιτικό κριτήριο, αλλά ήταν ο τρόπος τους να διαμαρτυρηθούν. Η ψήφος «διαμαρτυρίας» όμως έφερε τα γνωστά αποτελέσματα με την είσοδο ενός ακροδεξιού κόμματος στην Βουλή τής χώρας που η ιστορία έχει κρίνει πόσο υπέφερε κατά τον β΄ παγκόσμιο πόλεμο. Η Ελλάδα τής δημοκρατίας, που υπέστη τόσα δεινά από το φασιστικό καθεστώς, ψηφίζοντας από θυμό και με σκοπό να εκδικηθεί το υπάρχον πολιτικό σύστημα, έστειλε και στην Ευρωβουλή εκπροσώπους του νεοφασιστικού κόμματος. Έφτασε, λοιπόν η στιγμή να μετατραπεί η ψήφος ενός εκάστου σε ψήφο «θετική». Ο τόπος μας δεν έχει την πολυτέλεια για ψήφους διαμαρτυρίας, ή, ακόμα χειρότερα, για ψήφους «τρομοκρατίας» (ας ψηφίσω δεξιά από φόβο μήπως η Ελλάδα γίνει Αργεντινή, ας ψηφίσω Αριστερά από φόβο μήπως γίνουμε κρατίδιο τής Γερμανίας, ας ψηφίσω το νεοναζιστικό κόμμα για να τους εκδικηθώ, διότι ούτως ή άλλως δεν έχω να χάσω κάτι άλλο.)

  Ας μετατραπεί η ψήφος σε θετική, αλλάζοντας αυτό που ενοχλεί τον καθένα, ανανεώνοντας το Κοινοβούλιο, αναθέτοντας σε ικανούς ανθρώπους να διαχειριστούν την μετά κρίσης εποχή. Η Δημοκρατία λειτουργεί- και πάντοτε θα λειτουργεί με τις επιμέρους αδυναμίες της κάθε εποχή- αρκεί να γίνει αντιληπτό πως η αναγνώριση ενός μικρού μεριδίου ευθύνης είναι ικανό ν’ αλλάξει εκείνους που φέρουν το μεγαλύτερο.

(Από το βιβλίο μου «Οικονομία σε ύφεση-Πολιτική υπό κρίση», ΜΙΝΩΑΣ, 2014)