Συνέντευξη στον Σκάι Πάτρας 89,4 (6-11-14)

 – Επιτήρηση έχουν όλες οι χώρες τής Ευρωζώνης.

 -Το πρόβλημα είναι πως νομοθετήματα για την επιχειρηματικότητα δεν κατατέθηκαν 2 χρόνια πριν

 -Ως προς τα κόκκινα δάνεια, η κυβέρνηση πρέπει να ξεκαθαρίσει πού σταματάει ο νόμος Κατσέλη και που υπεισέρχονται οι νέες ρυθμίσεις

 -Οι καταθέσεις είναι εξασφαλισμένες και μπορούμε να συζητάμε για την επόμενη ημέρα, χρειάζεται όμως ευρηματικότητα και διεισδυτικότητα στο πώς νομοθετούμε από ‘δω και στο εξής

 -Οι αγορές χρειάζονται προσέγγιση με πολιτική ισορροπία

 -Υπάρχει έλλειψη κεντροαριστερού χώρου, αλλά πώς θα ονομαστεί η συμπόρευση των δυνάμεων θα φανεί στην πορεία

Μιας εβδομάδας κρίση..

  Η κρίση των αγορών και των spreads, που βιώσαμε τις τελευταίες ημέρες, μας οδήγησε γι’ άλλη μία φορά στο συμπέρασμα πως εδώ και 3 χρόνια διανύουμε διεθνώς μία περίοδο έντονης μετάλλαξης στην χρηματοπιστωτική βιομηχανία, η οποία αντικατοπτρίζεται κυρίως στα δημοσιονομικά μεγέθη, και φυσικά στην «οικονομική καθημερινότητα».  Οι αλχημείες των χρηματοπιστωτικών μεγαθηρίων δημιούργησαν ένα ιδιότυπο σύστημα ανταλλαγών μεταξύ κυβερνήσεων και τραπεζών, ενεχυριάζοντας συνεχώς χρήμα, εισοδήματα, συντάξεις και περιουσίες φορολογουμένων.

   Η οικονομική θεωρία, που μετράει και σταθμίζει όμοιες έννοιες και μεγέθη μεταξύ ανόμοιων οικονομιών, κοινωνιών δηλαδή με διαφορετικά πολιτικά, πολιτισμικά και οικονομικά φορτία, δεν υφίσταται και δεν εφαρμόζεται πλέον. Ένας εργάτης π.χ. στην Φρανκφούρτη σήμερα, δεν μπορεί να μοιάζει με τον Έλληνα εργάτη τού 1963, δηλαδή προ 50 ετών. Και αυτό γιατί το κεφάλαιο, η εργασία, λόγω των καινοτομιών, της τεχνολογίας και της πρόσβασης όλο και περισσοτέρων στο πιστωτικό σύστημα, συναντούν, ταυτόχρονα, την προτεσταντική ηθική, που διέπει τους όρους εργασίας των βορειοευρωπαίων, και τη νοοτροπία των μεσογειακών ευρωπαϊκών κρατών (που δεν είναι η νοοτροπία της σπατάλης, της τεμπελιάς, του παρασιτισμού).

   Κανείς δεν αμφιβάλλει ότι χρειάζεται από εδώ κι εμπρός ν’ αποφύγουμε το σπάταλο κράτος των παροχών και την διατήρηση τού «κράτους-επιχειρηματία», που συντηρείται με σκοπό οι εκάστοτε κομματικές διοικήσεις να μοιράζουν όσα θέλουν, σε όποιον θέλουν, αποτελώντας, παράλληλα, πεδίο δράσης τού εκφυλισμένου συνδικαλισμού. Ταυτόχρονα με αυτή την αναγκαία τομή, δεν πρέπει να αγνοούμε το μέγα ζητούμενο τής συγκυρίας: Επιβάλλεται η Ε.Κ.Τ. να » πληθωρίσει» το χρέος τού Νότου με νέο χρήμα. Οι περικοπές, η λιτότητα και η υπερφορολόγηση, που εμποδίζει κάθε δυνατότητα αύξησης τής παραγωγικότητας και βελτίωσης τής ανταγωνιστικότητας, εξαντλήθηκαν ως εργαλεία, αφού, αποδεδειγμένα πια, δεν μπορούμε να εξαλείψουμε τις στρεβλότητες στο σύστημα με διαρθρωτικές αλλαγές. Εξακολουθούμε δε να  συγχέουμε αυτές τις διαρθρωτικές αλλαγές και τις μεταρρυθμίσεις στην οικονομία, με την επιβολή βαριάς φορολογίας και τις περικοπές  εισοδημάτων σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα.

  Ωστόσο υπάρχει τρόπος να απεμπλακούμε από τον φαύλο κύκλο της ύφεσης. Είναι αδύνατον να πιστεύουμε  ότι θα διορθωθεί η κατάσταση στο διεφθαρμένο δημόσιο και θα αυξηθεί η παραγωγικότητα, όταν οι  μισθοί έχουν καταβαραθρωθεί και οι βασικές δομές τού κράτους, στη συντριπτική πλειονότητά τους, διατηρούν τη μορφή τής δεκαετίας τού ’90. Ο δημόσιος τομέας έπρεπε να έχει μειωθεί πολύ νωρίτερα. Προ των μνημονίων, ώστε να μη χρειαστεί να οδηγηθούμε σε οριζόντια μείωση των αποδοχών. Πριν τα μνημόνια, επίσης, ήταν επιβεβλημένο να »εκκαθαριστούν» επιχειρήσεις στον ιδιωτικό τομέα (υπερχρεωμένα και «αεριτζίδικα» μαγαζιά) για να μη σπέρνουμε διαρκώς λουκέτα την τελευταία πενταετία.

  Σήμερα, λοιπόν, που έχουμε την αυτονόητη, και δεδομένη πλέον, συνεχή »τρύπα»  κάθε μήνα στο ισοζύγιο εσόδων/εξόδων παντού (κυβέρνηση, νοικοκυριά, τράπεζες, επιχειρήσεις) δεν υπάρχουν περιθώρια άμεσου παραγωγικού/αναπτυξιακού θαύματος. Δεν υπάρχουν αντοχές και «καύσιμα» για ανάπτυξη. Με άλλα λόγια, χρειάζεται να αναδιατάξουμε το χρέος για να ανασάνει η χώρα, με ρεαλιστικό πρόγραμμα, μεθοδικότητα και σχεδιασμό, διότι μόνο με κραυγές και λαϊκισμούς, αντίστοιχους των τελευταίων ημερών, δεν επιτυγχάνεται κάτι. Απαιτείται, ταυτόχρονα, εποπτεία και ρύθμιση, ώστε το τραπεζικό σύστημα να μην ξαναδημιουργήσει φούσκες και το Δημόσιο να σταματήσει να γεννά ελλείμματα.

 Η Οικονομία και η Κοινωνία, και όχι κατ’ ανάγκην οι Αγορές, θα εκκαθαρίσουν έστω και αργά, τόσο το δημόσιο, όσο και τον ιδιωτικό τομέα…Το άμεσο ζητούμενο είναι η ανάκτηση τής χαμένης αξιοπρέπειας τού πολίτη, κυρίως με την αντιμετώπιση τής ανεργίας, και η αποκατάσταση τής εμπιστοσύνης του προς το πολιτικό σύστημα τής χώρας, αρκεί αυτό να ανανεωθεί, και απαλλαγμένο απ’ ό, τι βαραίνει το σημερινό πολιτικό προσωπικό, κατορθώσει να οδηγήσει την Ελλάδα σε αληθινή έξοδο από την κρίση και την ύφεση.