Η σουρεαλιστική αναζήτηση μίας χαμένης οικονομικής… Ατλαντίδας

Αυτή η επισήμανση αναδεικνύει και τη βασική αιτία που η κρίση στην Ιταλία οδηγώντας σε αδυναμία το ευρώ και εκτίναξη των spreads των ομολόγων του Νότου, ενισχύει τα ομόλογα των χωρών του Βορρά, ταυτόχρονα διευρύνοντας τη διείσδυση των παραγομένων προϊόντων τους. Μία πραγματικότητα που παραμένει ως οξύμωρο εν μέσω των αντιφάσεων των αγορών. Αποτελεί δε τροχοπέδη στην περαιτέρω ολοκλήρωση της οικονομικής ενοποίησης των χωρών της Ευρωζώνης με αυξημένη την ανάγκη πλέον οριοθέτησης νέων δεδομένων συλλειτουργίας των χωρών της ευρωζώνης.

Μπορεί η ιταλική κρίση να ενέτεινε την ανάγκη προσέγγισης για το πλαίσιο αναθεώρησης λειτουργιών της Ε.Ε., όμως για να «υποχρεωθεί» θεσμικά η Ευρώπη να προσαρμοσθεί σε μία πιο δίκαιη αναπτυξιακή προσέγγιση, απαιτείτο ένα shock που δεν θα μπορούσε να αφήσει αδιάφορο τον σκληρό πυρήνα της Ε.Ε.. Η ιταλική κρίση έχει τη δυνατότητα να αναδείξει πολιτικές, επιβάλλοντας το απαιτούμενο και αναγκαίο εξισορροπητικό shock. Αρκεί το νέο πεδίο αναδιαρθρώσεων να είναι αναπτυξιακά δίκαιο. Από την κυοφορούμενη αυτή συζήτηση αναμόρφωσης, δυστυχώς η χώρα μας δεν θα μπορέσει να καρπωθεί οφέλη μετά την «φαινομενική» έξοδο από τα μνημόνια. Αδυνατεί να διαβάσει τόσο τα πολιτική μηνύματα, όσο και τα μηνύματα των αγορών, όπως αποδεικνύεται από την εξέλιξη των μνημονιακών δεδομένων.

Η ακραία επιλογή ενίσχυσης της πολιτικής των υπερπλεονασμάτων, σε συνδυασμό με τη δήλωση του κου Τσακαλώτου στην DieZeit πως «είναι δύσκολο βραχυπρόθεσμα για την Ελλάδα να αντλεί κεφάλαια από τις αγορές», διαμορφώνει ένα σχεδόν καταστροφικό αναπτυξιακό πεδίο για τη χώρα ανεξάρτητα από τη «χλιαρή» συμφωνία για το χρέος που επιτεύχθηκε. Αυτό που φαίνεται να μην κατανοεί η κυβέρνηση είναι πως η δημοσιονομική υπεραπόδοση ενισχύει την αύξηση εσωτερικού δανεισμού με repos, διαμορφώνοντας μία ιδιότυπη παγίδα χρέους και εσωτερική χρηματοδοτική στρεβλότητα.

Αποτελεί εξαιρετική περίπτωση παρερμηνείας της λειτουργίας των αγορών δε η επικοινωνιακή προσέγγιση που επιχειρείται μέσω του ισχυρισμού πως τα υπερπλεονάσματα ή το «μαξιλάρι ρευστότητας» -όπως θα ονομάζεται πλέον- διαμορφώνει πεδίο αποδοχής από τις αγορές. Η πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική. Κάθε κυβέρνηση πλέον έχει υποχρέωση να γνωρίζει το νέο περιβάλλον των κεφαλαιαγορών. Ζούμε στην εποχή της δημιουργίας κεφαλαιοποίησης και όχι αξίας καθώς και εξωφρενικών χρηματιστηριακών αξιών μέσω έντονης υπερσυσσώρευσης διεθνώς. Αυτή η υπερσυσσώρευση όμως – μέσω αυξημένης μόχλευσης– διαμορφώνει την ενισχυμένη δυναμική πλέον των λίγων ισχυρών.

Η Ιταλία –η αποτίμηση των ομολόγων της οποίας θα καθορίσει τη δυνατότητα της δικής μας εξόδου στις αγορές– βρίσκεται στη «σουρεαλιστική» θέση να μπορεί να εκμεταλλευθεί πολιτικά τη «μοχλευμένη» ισορροπία του τρόμου των αγορών. Η επίδειξη πυγμής προς την Τουρκία όπου η ανάπτυξή της στηρίχθηκε σε στοχευμένα μοχλευμένα επενδυτικά κεφάλαια, αποτελεί το πλέον τρανταχτό παράδειγμα του γεγονότος ότι η πολιτική όπως την γνωρίζαμε έχει περάσει σε άλλη σφαίρα. Αυτής ίσως των εντεινόμενων «δημοσίων σχέσεων» με τις αγορές και τους οίκους αξιολόγησης. Οι «υβριδικές» κρίσεις πολιτικής όπως εμφανίζονται δεν αποτελούν τίποτα περισσότερο από τον μοχλό επαναπροσδιορισμού σχέσεων μέσω πιέσεων των αγορών. Ο φαύλος αυτός κύκλος διαμορφώνει μία νέα γεωπολιτική ανακατανομή δυνάμεων όπου κάθε πεδίο διαμορφώνει χωριστή βάση σχηματισμού ισορροπιών.

Η Ελλάδα μπορεί να «βγαίνει» από τα μνημόνια. Τη χειρότερη δυνατή στιγμή όμως με βάση το διεθνές πεδίο κρίσεων της περιόδου που διανύουμε. Η επικοινωνιακή δε διαχείριση που γίνεται σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται να διαμορφώσει πεδίο θετικής προσέγγισης των αγορών. Τουλάχιστον μέχρι το τέλος του ’18. Το μήνυμα μίας τέτοιας πολιτικής είναι πιθανό να εκληφθεί ως ακριβώς το αντίθετο, καθώς αναδεικνύει σε υπερθετικό βαθμό την αδυναμία της οικονομίας. Ρηχές προσεγγίσεις του επιπέδου ότι η οικονομική πολιτική έχει πλέον «ανεξαρτητοποιηθεί» αναμένεται να συντηρούν επί μακρόν τη γενικότερη χρηματοδοτική αναπτυξιακή αδυναμία.

Αν η κυβέρνηση είχε τη γνώση και τη βούληση να διαβάσουμε τα μηνύματα, ίσως υπήρχε η δυνατότητα επανατοποθέτησής μας στη διαμορφούμενη ευρωπαϊκή ισορροπία που θα προκύψει σταδιακά λόγω της κρίσης στην Ιταλία. Δυστυχώς όμως η προοπτική αυτή δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα, καθώς δεν έχουν διαμορφωθεί οι συνθήκες εγκατάστασης ουσιαστικού προστατευτικού πεδίου για την οικονομία ή ακόμα ανάδειξης δεδομένων που θα παρείχαν τη δυνατότητα να καρπωθούμε τα όποια θετικά πλεονεκτήματα –θεσμικά και μη– που συνήθως προωθούνται κατά τη διαδικασία επίλυσης κρίσεων. Βασικός λόγος για τον οποίο δεν μπορούν να μας εμπιστευθούν οι αγορές.

Όσοι «βολεύονται» με την επικράτηση πιθανής λύσης αύξησης των υπερπλεονασμάτων με τη μορφή ιδιότυπης «παγίδας ρευστότητας» των 24 δισ., απλά δεν έχουν αίσθηση της δυναμικής των αγορών. Επαναπαύονται στο προσωρινό κέρδος χρόνου με βάση μία επικοινωνιακή και μόνον προσέγγιση. Μία τέτοια λύση δεν στέλνει ουσιαστικά μηνύματα στις αγορές από τις οποίες φαίνεται πως θα απέχουμε για αρκετά χρόνια. Σε τυχόν γενικευμένη διεθνή χρηματοπιστωτική κρίση που είναι δυνατόν να εμφανισθεί, είτε συντήρηση των υψηλών επιτοκίων,  η χώρα θα βρεθεί εκ νέου υπερβολικά εκτεθειμένη.

Η εκτόνωση της διεθνούς υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου διαμορφώνει ένα περιβάλλον όπου θα περάσει μεγάλο χρονικό διάστημα μέχρι οι αγορές να ισορροπήσουν. Ο συνδυασμός των νέων αυτών δεδομένων αναδεικνύει περίοδο σκεπτικισμού για τις αναδυόμενες αγορές με διάθεση «φυγής» κεφαλαίων προς ασφαλέστερες τοποθετήσεις. Η Ελλάδα σίγουρα δεν αποτελεί σήμερα ασφαλή τοποθέτηση με βάση την ανάγνωση της αντιμετώπισης των αγορών. Αν στο μείγμα αυτό προσθέσουμε την υστέρηση των ρυθμών ανάπτυξης στην Κίνα και πιθανό πρόβλημα χρέους στην Ιαπωνία, τότε μετά βεβαιότητας μπαίνουμε σε παρατεταμένη διεθνή αβεβαιότητα που απαιτεί σοβαρότητα, γνώση δεδομένων και ειλικρίνεια. Στοιχεία που δεν χαρακτηρίζουν τη σημερινή κυβέρνηση

Το κείμενο έχει δημοσιευτεί στο capital.gr

ΓΙΑΤΙ ΔΕ ΘΑ ΣΩΘΟΥΜΕ

300px-Death_of_Marat_by_David

Γιατί νομίσαμε ότι αλλάζοντας τις λέξεις θα αλλάξει η οικονομική κατάσταση. Γιατί την ώρα που μερίδα πολιτικών και πολιτών πανηγυρίζει για την κατάργηση των μνημονίων, την ίδια στιγμή καταθέτουμε ως χώρα σειρά φορολογικών μέτρων. Γιατί κανείς δεν είναι σε θέση να διαβεβαιώσει υπεύθυνα και με ειλικρίνεια εάν η Ελλάδα είναι σε θέση να εκπληρώσει τις δανειακές υποχρεώσεις της. Κανείς δεν ενημερώνει έως πότε αρκούν τα ταμειακά υπόλοιπα.

Γιατί το κτίριο του Κοινοβουλίου παύει να υφίσταται ως σύμβολο και δίνεται βορά στα ξένα και εγχώρια μμε. Γιατί ο καθένας πλέον μπορεί να καταλάβει όποιο δημόσιο κτίριο επιθυμεί με την ανοχή τής κυβέρνησης. Να σπάσει, να καταστρέψει, να διαλύσει δημόσια περιουσία στο όνομα τής διαμαρτυρίας. Γιατί πριν λίγα χρόνια είχε προκαλέσει περισσότερο θόρυβο η ανάρτηση πανό στην Ακρόπολη από αυτόν στο περιστύλιο τής Βουλής. Γιατί ο ναός τής Δημοκρατίας έγινε θέατρο πολιτικών μονόπρακτων. Γιατί κάθε συνεδρίαση προκαλεί θυμηδία, σα να περιμένει έκαστος τη σειρά του για να πει την ατάκα του μπροστά στο κοινό.

Γιατί σα χώρα αφήνουμε να πλανάται ότι θα ζητήσουμε χρήματα από τη Ρωσία, η οποία βρίσκεται σε δεινή οικονομική κατάσταση. Γιατί την ίδια στιγμή προτείνουμε στις ΗΠΑ συνεκμετάλλευση των υδρογονανθράκων, με το ίδιο συμπτωματικά ποσοστό που δεχόταν η κυβέρνηση το μνημόνιο. (70%-30%). Γιατί μια χώρα με χρέος 320 δισ. €, εκ των πραγμάτων, δε μπορεί να έχει το πάνω χέρι στη διαπραγμάτευση. Γιατί είναι τουλάχιστον φαιδρή η διενέργεια εξεταστικής επιτροπής για το μνημόνιο, όταν άπαντες γνωρίζουν ότι οι αιτίες βρίσκονται πολύ πιο πίσω από το 2010. Όταν καμία εξεταστική επιτροπή δεν έχει καταλήξει σε ένα και μοναδικό πόρισμα.

Γιατί χλευάζεται μια γυναίκα ψυχικά άρρωστη και αποτελεί πρώτη είδηση η απόδρασή της, επειδή υπήρξε γυναίκα υπουργού. Γιατί δημοσιεύονται φωτογραφίες της από την πτέρυγα του ψυχιατρικού ιδρύματος. Γιατί σε αυτή την περίπτωση σημαίνει ότι έχει χαθεί κάθε μέτρο σεβασμού στον άνθρωπο. Γιατί εξακολουθούμε να προβάλλουμε και να αναπαράγουμε ό,τι πουλάει, αφού προηγουμένως δηλώνουμε κάθετοι σε οποιαδήποτε μορφή bullying. Γιατί δεν αξιώνουμε τον άρτο, αλλά αρκούμαστε στα θεάματα.

Για όλα αυτά, και πολλά άλλα, δε μπορούμε να σωθούμε σα χώρα. Προχειρότητα, διγλωσσία, εφήμερες λύσεις, θέατρο παραλόγου. Τολμώντας την πρόβλεψη..τα πρωτοσέλιδα με τις φωτογραφίες τής Βίκυς Σταμάτη στο Δρομοκαΐτειο, και όλα τα σχόλια για την απόδρασή της, σε λίγες ημέρες υποκριτικά θα φιλοξενούν απόψεις για το πραγματικό νόημα τού Πάσχα και θα εύχονται καλές γιορτές. Χωρίς συνείδηση, χωρίς αυτοκριτική, δίχως αυτοσεβασμό τελικά. Ένας φαρισαϊσμός που, λόγω των ημερών, θα στηλιτευθεί ξανά και ξανά. Στη θεωρία μόνο. Στην πράξη υπηρετείται δεόντως.

Είμαστε η χώρα που περιορίζεται σε ωραία λόγια και πηχαίους τίτλους. Ο χρόνος είναι λίγος και δε θα σωθούμε, αν δε σκύψουμε το συντομότερο πάνω από την ουσία.

Η διαπραγματευτική τακτική Ελλάδας και Ευρώπης

Όπως μαρτυρούν οι δημοσκοπήσεις μετεκλογικά, μεγάλος αριθμός πολιτών εκλαμβάνει την επικοινωνιακή τακτική τής κυβέρνησης ως μία προσπάθεια διαπραγμάτευσης –ακόμα και αντίστασης. Επειδή η ρευστότητα των συνθηκών δεν επιτρέπει μακροπρόθεσμες προβλέψεις, οι βραχυπρόθεσμες εκτιμήσεις οφείλουν να λαμβάνουν υπ’ όψιν δύο ουσιαστικά δεδομένα. Πρώτον, όλες οι χώρες που ήταν εντός μνημονίων (εκτός της Κύπρου που όμως θα βγει εντός του 2015) αντλούν πλέον κεφάλαια από τις «αγορές» και δεύτερον, δεν είναι δυνατόν κάθε έξι μήνες η χώρα, για τους οποιουσδήποτε λόγους, να βρίσκεται αντιμέτωπη με το ενδεχόμενο του πιστωτικού γεγονότος και των συνεπειών του.

Αναλύοντας το τι πραγματικά συντελέσθηκε στο Eurogroup της Δευτέρας, είμαστε υποχρεωμένοι –πέρα από το ποιούτηλεοπτικού σταθμού το δελτίο ειδήσεων παρακολουθούμε- να αναγνωρίσουμε πως, σε μία ήπια αναδίπλωση προς τον ρεαλισμό της Κυβέρνησης, η ενημερωτική καθημερινότητά μας θα διανθισθεί από τον διπλασιασμό, στην ουσία, των ομάδων της Τρόικας/Θεσμών. Η αξιολόγηση τής πορείας των συμφωνηθέντων θα γίνεται μια στην Αθήνα (όπως ακριβώς και κατά το παρελθόν), με την μορφή τεχνικού κλιμακίου, και μία στις Βρυξέλλες, αντί για το Παρίσι. Όπως και αν χαρακτηρίζουν την εξέλιξη αυτή τα επίσημα κείμενα της Ελληνικής Κυβέρνησης (βλέπε επιστολές Δραγασάκη), τα αντίστοιχα αγγλικά κάνουν σαφή λόγο για τεχνικά κλιμάκια στην Αθήνα και τεχνικές συζητήσεις στις Βρυξέλλες.Επομένως το αποτέλεσμα παραμένει επιφανειακό, καθώς η ουσία δεν αλλάζει, με την Κυβέρνηση να επιμένει στο παιχνίδι των λέξεων.

Προφανώς δεν έχουν ακόμα αντιληφθεί στην Κυβέρνηση πως στην Ευρώπη ακολουθείται μία διαφορετική τακτική σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν. Αφήνουν την Ελλάδα να «συζητάει» ασαφώς, ενώ σε λίγες εβδομάδες δεν θα έχει την δυνατότητα- αν δεν αξιολογηθούμε από τα τεχνικά κλιμάκια-να πληρώσει μισθούς και συντάξεις, χωρίς να «δεσμεύσει» στην ουσία τα αποθεματικά των ταμείων. Μέχρι το… επόμενο Eurogroup. Και ο χρόνος τρέχει, χωρίς να έχει ακουσθεί τίποτα για πρόγραμμα ανάπτυξης. Χωρίς να γίνεται λόγος για δημιουργία θέσεων εργασίας. Χωρίς να δίνεται ανάσα σε χιλιάδες μικρομεσαίους επιχειρηματίες, που αδυνατούν να λειτουργήσουν στα πλαίσια της «σαφέστατης» και καταγεγραμμένης πιστωτικής ασφυξίας.

Γίνεται λόγος για προτάσεις, που όμως δεν αποτελούν τίποτα περισσότερο από εκθέσεις ιδεών. Προτάσεις που θα πρέπει να προσβάλλουν τον άνεργο και τον μικρομεσαίο που μάχεται για την επιβίωση. Προτάσεις που διαχρονικά έχουν αποτελέσει την μόνιμη πολιτική επωδό κάθε Κυβέρνησης που μόλις έχει αναλάβει καθήκοντα ή βρίσκεται υπόπίεση. Προτάσεις που στην ουσία…δεν υπάρχουν, επειδή αυτές δεν μπορούν ν’ αξιολογηθούν από εκείνους που μπορούν να διοχετεύσουν ρευστότητα στο σύστημα.

Αναλύοντας δε μία εκ των τριών νέων προτάσεων της Κυβέρνησης, θα αναγνωρίσουμε ότι στην ουσία πρόκειται για νομιμοποίηση αδήλωτου εισοδήματος. Δηλαδή αποδοχή διαδικασίας -λόγω ανάγκης- ξεπλύματος χρήματος. Ας εξηγήσει κάποιος σε όσους έχασαν την δουλειά τους, την σύνταξή τους ή ακόμα παλεύουν να σώσουν το σπίτι τους,ποιους ευνοεί με την πρότασή της αυτή η Κυβέρνηση. Εάν πορεύεται με αυτή την λογική μόλις δύο μήνες μετά τις εκλογές, πως θα πορευθεί για το καλό του τόπου αργότερα; Ο χρόνος κυλά εις βάρος τής χώρας, όσο η δημιουργική ασάφεια εξακολουθεί να μένει αδιευκρίνιστη και οι εταίροι μας επιμένουν στην κατάθεση κοστολογημένων προτάσεων. Και το χάσμα ενισχύεται από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα περί εκλογών ή δημοψηφίσματος. Η αργοπορία, η ασάφεια και οι θολές προτάσεις επικεντρώνουν το ενδιαφέρον αυστηρά στα δημοσιονομικά της χώρας, αφήνοντας την καθημερινότητα, τη διοίκηση και την εξωτερική πολιτική. Η ακαμψία των εταίρων θα υποχωρήσει όταν ρεαλιστικά και υπεύθυνα η κυβέρνηση υπαναχωρήσει από τις ανέφικτες προεκλογικές δεσμεύσεις και συμφωνήσει στην εφαρμογή μνημονίου/προγράμματος, ύστερα από την όποια διαπραγμάτευση στην Αθήνα ή στις Βρυξέλλες…

Ίσως έφτασε ο καιρός να γίνει αντιληπτό πως αντί να βαπτίζεται το «κρέας ψάρι», όπως είπε πρόσφατα ο Μ Γλέζος, να γίνει συνείδηση πως ο πολιτική πολυμορφία και πολυλογία που αναπτύσσεται από την Κυβέρνηση δεν οδηγεί πουθενά. Έφτασε ο καιρός να ξεκαθαρίσουν στο κυβερνών κόμμα ποιοι πραγματικά μπορούν να αντέξουν το δύσκολο μονοπάτι της Ευρώπης και να καθίσουν συνολικά και συλλογικά, με εκείνες τις πολιτικές δυνάμεις που έχουν την εμπειρία των θεσμών και της Ευρώπης, και να διαμορφώσουν ένα  βιώσιμο πλάνο για τον τόπο, σε μία βάση πολιτικού μορατόριουμ για τουλάχιστον ένα χρόνο.

Για το αίτημα επέκτασης τής δανειακής σύμβασης

Είναι σίγουρα θετικό το γεγονός ότι σταδιακά η Ελληνική Κυβέρνηση αρχίζει να αντιμετωπίζει την πραγματικότητα. Οι διαπραγματεύσεις με ένα αρτηριοσκληρωτικό και εξαιρετικά συντηρητικό Ευρωπαικό κατεστημένο δεν ολοκληρώνονται πάντα υπέρ όσων εκφράζουν δίκαια αιτήματα. Δίκαιο άλλωστε θα ήταν-και είναι- το αίτημα των άλλων Ευρωπαίων να αποπληρωθούν τα δάνεια προς τις χώρες τους. Έστω και καθυστερημένα η Ελληνική Κυβέρνηση αντιλήφθηκε ότι η θεωρία παιγνίων μπορεί να της βγαίνει επικοινωνιακά, όμως η αναδίπλωση είναι πλέον προς το συμφέρον των Ελλήνων που κατά 70% δεν επιθυμεί την έξοδο από το Ευρώ.
Μετά την λογική αυτή εξέλιξη όμως –στα πλαίσια μίας ειλικρινούς επικοινωνίας με τον λαό- θα πρέπει να παραδεχθεί η κύριος Τσίπρας πως παράταση της «δανειακής σύμβασης» δεν αντιπροσωπεύει τίποτα άλλο από παράταση του Μνημονίου που ως νομικός όρος δεν είναι τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από την συγκεκριμενοποίηση των όρων της δανειακής σύμβασης. Δεν είναι δίκαιο να επιχειρηθεί να εξαπατηθεί χάριν αναζητήσεων «βολικής πολιτικής ορολογίας». Ας παραδεχθούμε πως έχουν επιτευχθεί πολλά από τον χειρισμό μέχρι σήμερα. Ας επανέλθουμε όμως στην ωμή και ειλικρινή πραγματικότητα που τόσο έχει ανάγκη ο λαός. Είμαι σίγουρος πως σε αυτή την δεδομένη χρονική στιγμή αυτή θα εκτιμηθεί παρά την αδυναμία τήρησης όλων των προεκλογικών υποσχέσεων.

Για τις δηλώσεις Βαρουφάκη

Η δήλωση Βαρουφάκη για το διογκούμενο δημοσιονομικό κενό και η «επίκληση» της «ευσπλαχνίας» της ΕΚΤ δεν συνιστά σχεδιασμένη πολιτική για διαχείριση κρίσης από την Κυβέρνηση. Προβλέπω πως η περίφημη «γέφυρα», η βάση της οποίας απαξίωνε τα 7,2 δις της δόσης, ορίζεται πλέον ως κάλυψη αναγκών από τα αποθεματικά και την ρευστότητα ασφαλιστικών ταμείων και άλλων οργανισμών, με ό, τι και αν αυτό συνεπάγεται. Αν δε ακολουθηθεί η τακτική αυτή της κάλυψης των αναγκών με «υποχρεωτικό» δανεισμό και έκδοση εντόκων, μέσω της ρευστότητας των φορέων αυτών, αντιλαμβανόμαστε όλοι τι θα σημαίνει αυτό για την εκπλήρωση μελλοντικών υποχρεώσεων του κράτους, την πορεία των συντάξεων καθώς και την περίφημη πλέον «διαπραγματευτική ισχύ» μας μετά το πέρας του τετραμήνου…

Η κοινωνική συναίνεση δεν είναι δεδομένη

«…Η επανεκκίνηση της οικονομίας θα πρέπει να αναζητεί επανεκκίνηση και επανασχεδίαση της φιλοσοφίας θεσμών, αλλά και αναπτυξιακών φορέων, που κατά το παρελθόν όχι μόνον δεν έχουν επιτελέσει το ρόλο τους, αλλά σε πολλές περιπτώσεις έχουν αποτελέσει μέρος του προβλήματος. Η χώρα όμως δεν έχει την πολυτέλεια να αφήσει τις κοινωνικές ανισότητες που διαμορφώθηκαν την περίοδο της κρίσης να συνεχίσουν να αυξάνουν. Οι μεγάλες εισοδηματικές ανισότητες είναι εκείνες που μπορούν να επηρεάσουν αρνητικά την ανάπτυξη. Η ανισότητα υπονομεύει την πολιτική και οικονομική σταθερότητα και κατ’ επέκταση την επενδυτική διάθεση των επιχειρήσεων. Επιπρόσθετα, θέτει σε κίνδυνο την κοινωνική συναίνεση που είναι απαραίτητη σε περιπτώσεις ενός μεγάλου οικονομικού σοκ. Επομένως, βασική προτεραιότητα των επόμενων κυβερνήσεων πρέπει να είναι η μείωση των ανισοτήτων με κύρια στόχευση την αποκατάσταση της «πλήρους απασχόλησης…»

(Ηρ. Ρούπας, Οικονομία σε ύφεση-Πολιτική υπό κρίση, Αθήνα 2014)

 Εάν οι προτάσεις της σημερινής κυβέρνησης είναι ρεαλιστικές, εφικτές και τις αποδεχθούν οι εταίροι  μας, δε σημαίνει πως η Ελλάδα έλυσε τα προβλήματά της και αρχίζουμε να πορευόμαστε σε μια ευημερία και αυθαίρετη ανάπτυξη. Το ζήτημα των ημερών δεν είναι εάν κέρδισε η Ελλάδα ή επλήγη το γόητρο των Γερμανών. Το αποτέλεσμα αυτό θα κριθεί μακροπρόθεσμα. Η κυβέρνηση που εξελέγη με συγκεκριμένο πρόγραμμα οφείλει τώρα να ισορροπήσει μεταξύ των δεσμεύσεων έναντι των δανειστών και των κοινωνικών απαιτήσεων που η ίδια δημιούργησε. Η κοινωνική συναίνεση δεν θεωρείται δεδομένη στην παρούσα χρονική στιγμή, καθώς απτά αποτελέσματα δεν έχουν φανεί. Το μνημόνιο, οι θεσμοί, το πρόγραμμα, η γέφυρα, οι εταίροι, οι δανειστές, η στροφή στο ρεαλισμό, και κάθε είδους λέξη που μοιάζει ανακουφιστική επικοινωνιακά, δεν αλλάζει την ουσία. Η χώρα μας εξακολουθεί να βρίσκεται υπό αυστηρή εποπτεία, μεταρρυθμίσεις επιβάλλεται να εφαρμοστούν και τα περιθώρια για κοινωνική πολιτική είναι μικρά. Μένει να διαπιστώσουμε εάν η κυβέρνηση θα τολμήσει να «πειράξει» τα κακώς κείμενα, ν’ απεμπλακεί από τα μικροπολιτικά συμφέροντα και να δημιουργήσει επιτέλους εκείνες τις συνθήκες, προκειμένου η χώρα ν’ αρχίσει να γίνεται παραγωγική και ανταγωνιστική.

Η διαπραγματευτική τακτική που εισήγαγε η Κυβέρνηση υπαγορεύει την ανάγκη ανανέωσης σε όλα τα Κόμματα

Κάθε πολιτικά σκεπτόμενο άτομο πρέπει να αναγνωρίσει πως στην παρούσα φάση η Κυβέρνηση έδειξε κάτι το διαφορετικό ως προς την στρατηγική της διαπραγμάτευσης.

Παρά το γεγονός ότι ανήκω σε άλλο πολιτικό χώρο οφείλω να επισημάνω πως αυτή η διαφοροποίηση στο τρόπο που πολιτεύεται η Κυβέρνηση θα βοηθήσει στην «υποχρεωτική» και ουσιαστική ανανέωση του στελεχιακού δυναμικού και του τρόπου «πολιτεύεσθαι» όλων των κομμάτων. Εκτιμώ πως θα βρεθεί συμβιβαστική λύση την Δευτέρα. Όμως δεν πρέπει να παρασυρθούμε πιστεύοντας ότι από την στιγμή εκείνη και μετά τα πράγματα θα αλλάξουν.

Δυστυχώς τα δύσκολα έρχονται άμεσα, προκειμένου – εάν κερδίσουμε χρόνο – να καταστεί δυνατή η εξισορρόπηση της οικονομίας, η σταθεροποίηση των τραπεζών, όταν ταυτόχρονα θα πρέπει να στηριχθούν άμεσα οι οικονομικά ευπαθείς ομάδες. Ας μην περνάει από το μυαλό κανενός ότι η πιθανότητα «δραχμής» θα ήταν προτιμότερη από αυτό που βιώνουμε σήμερα. Αρκεί να ενημερωνόμαστε συχνά για το τι συμβαίνει σε χώρες που χρεοκόπησαν, ή ακόμα πόσους νεκρούς είχε η Αργεντινή κατά την πρώτη της χρεοκοπία. Τα οφέλη από την επιτυχία των διαπραγματεύσεων θα είναι πολλαπλά για τη χώρα μας.

Όπως έχω τονίσει επανειλημμένως, μεγάλο μέρος ευθύνης για την σημερινή κατάσταση δεν φέρει το «μνημόνιο» αλλά οι «απαίδευτοι» πολιτικοί, που νομοθετούσαν στο πόδι, ή εν μέσω κρίσης εξακολουθούσαν να «βολεύουν» ο ένας τον άλλο.

Πολλά τα λάθη σε προηγούμενες νομοθετικές παρεμβάσεις. Ακόμα περισσότερα στον τρόπο υλοποίησης τους. Δεν αρκεί όμως μόνο η κριτική στο παρελθόν από τους νέους υπουργούς. Πρέπει να αποδείξουν ότι είναι «διαφορετικοί». Ο χρόνος αναμονής και χάριτος όμως είναι λίγος, ενώ η μέχρι σήμερα πολιτεία τους δείχνει πως έχουν ανακληθεί πολλά από τα όσα είχαν υποσχεθεί.

Για να μη δημιουργούνται αυταπάτες, θα ήθελα να υπογραμμίσω πως μια θετική έκβαση για την Ελλάδα θα είχε κυρίως ηθικό βάρος και ανακούφιση προς το λαό και τη θέση μας στην Ευρώπη. Ακόμα κι εάν αλλάξει όνομα η Τρόικα, παραμένουμε υπό την εποπτεία των τριών θεσμών, γεγονός που πρέπει να γίνει κατανοητό απ’ όλους. Αμοιβαίες υποχωρήσεις και συμβιβαστική λύση, προς το συμφέρον των πολιτών, θα ήταν το καλύτερο που θα μπορούσε να αποσπάσει η Ελλάδα τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή.

Εκλογή Προέδρου και Συντέλεια

  Ακούγοντας τη βροχή και βλέποντας τις αστραπές μού ήρθε στο μυαλό η παγκόσμια υστερία τού 2012. Πέρασαν δύο χρόνια και κανείς δεν ασχολείται πλέον και λίγοι θα θυμούνται τις προβλέψεις. Από ένα ημερολόγιο των Μάγια, τάχα, αποκρυπτογραφήθηκε πως τον Δεκέμβριο τού 2012 (21 ή 22 η ακριβής ημερομηνία) θα καταστρεφόταν ο κόσμος, ο πλανήτης Γη, το σύμπαν..ό,τι τέλος πάντων ονομάζεται στερέωμα. Πολλά γράφτηκαν, ακόμα  περισσότερα ειπώθηκαν και το διαδίκτυο έβριθε από αποκλειστικές πληροφορίες επιστημόνων. Εντύπωση προκαλούσε πως διαφωνία δεν υπήρχε. Κατά κοινή ομολογία το ημερολόγιο έδειχνε Δεκέμβριο τού 2012. Τέτοια παραφροσύνη δεν είχε παρατηρηθεί ούτε στο «millenium», όταν κυκλοφόρησαν αντίστοιχες φήμες περί καταστροφής. Μάγοι, μέντιουμ, συνωμοσιολόγοι, παραθρησκευτικές οργανώσεις είχαν την τιμητική τους. Οι εκδοχές διάφορες, ανάλογα με αυτόν που τις διατύπωνε. Το 2012, λοιπόν, θα γινόταν η Δευτέρα Παρουσία, εξωγήινοι θα εφορμούσαν με υπερσύγχρονα όπλα, ένας μετεωρίτης (είχε και όνομα) είχε πορεία προς τη Γη και τίποτα δε μπορούσε να τον εμποδίσει, στο ίδιο κλίμα και άλλα σενάρια επιστημονικής φαντασίας.

   Πωλήθηκαν αρκετά βιβλία, γυρίστηκε και ταινία σχετική με το θέμα, αλλά το θλιβερό ήταν ο παροξυσμός που προκαλούσαν οι φήμες. Μελέτες τής εποχής έδειχναν μεγάλο ποσοστό (μεγάλο ανάλογα με την αντικειμενική λογική που έχει ένας άνθρωπος) που πίστευε στη συντέλεια κι εάν ανατρέξει κανείς, ακόμα και σήμερα, στο ίντερνετ θα δει καταφύγια με τις κατάλληλες προμήθειες για το επερχόμενο γεγονός, ακόμα και ομαδικές αυτοκτονίες. Ο σαρκασμός των «λογικών» ενάντια σε αυτούς που περίμεναν πως κάτι θα συμβεί έκρυβε και μια αμφιβολία, διότι το μέλλον κανείς δε γνωρίζει, ακόμα και μια σύμπτωση (όλοι θυμόμαστε τον μετεωρίτη που έπεσε στη Ρωσία), θα μπορούσε, εν μέρει, να επιβεβαιώσει την «προφητεία».Οι κασσάνδρες διαψεύσθηκαν και ακριβώς δύο χρόνια αργότερα η Γη είναι στη θέση της, φαντάζομαι αντίστοιχα και το σύμπαν. Εξωγήινοι δε μας επιτέθηκαν και οι διαστημικές υπηρεσίες είναι σε θέση να βγάλουν από την πορεία τους τους μετεωρίτες που, πιθανόν, απειλούν τον πλανήτη μας.

***

   Σήμερα θα διεξαχθεί η πρώτη εκ των τριών ψηφοφοριών για ΠτΔ και άπαντες ασχολούνται με αριθμούς. 162,163,164…180. Δημοσιογράφοι, πολιτικοί, αναλυτές, δημοσκόποι, όλοι. Προ της ψηφοφορίας όμως έχει προηγηθεί η τρομοκρατία στους πολίτες απ’όλες τις πλευρές. Δεν είναι χειραγώγηση, αλλά ευθεία καλλιέργεια φόβου. Στο ερώτημα εάν πρέπει να εκλεγεί Πρόεδρος έχω τοποθετηθεί. Η παρούσα Βουλή πρέπει να εκλέξει Πρόεδρο, να ολοκληρώσει τις διαπραγματεύσεις και στη συνέχεια, εάν οι συνθήκες το απαιτήσουν, να οδηγηθεί η χώρα σε εθνικές εκλογές. Συνδέοντας το με τα προηγούμενα όμως, θέλω να τονίσω την απλή λογική. Αυτή τη λογική που διαθέτει ο μέσος άνθρωπος. Με δεδομένο ότι είμαστε μια δανεισμένη χώρα και παρακολουθώντας τη διεθνή επικαιρότητα ποιος μέσος νους πιστεύει την αντιπολίτευση και πως μπορεί η Ελλάδα ν’αλλάξει από τη μια μέρα στην άλλη επιστρέφοντας στην εποχή προ τού 2009; Ποιος δε διαθέτει τη λογική να καταλάβει πως είναι αδιανόητο ν’αποκατασταθούν σε μία ημέρα όλες οι αδικίες που επέβαλε το μνημόνιο, όταν η χώρα έχει δεσμευθεί; Και η κυβέρνηση που βιάστηκε, χωρίς λογική, επιστράτευσε διλημματικές μεθόδους, ενώ θα έπρεπε, ως όφειλε, να ολοκληρώσει τις διαπραγματεύσεις και στη συνέχεια να προκηρύξει την εκλογή ΠτΔ.

   Οι πολίτες που στις δημοσκοπήσεις ψηφίζουν κατά της εκλογής ΠτΔ, για να οδηγηθεί το επόμενο διάστημα η χώρα σε εθνικές εκλογές, θεωρώ ότι εκφράζουν τη δικαιολογημένη δυσαρέσκειά τους. Είναι θέμα κοινής λογικής και ας μην υποτιμάμε διαρκώς τη νοημοσύνη μας, ικανοποιώντας στιγμιαία την οργή διά της ψήφου. Η τρομοκρατία και τα διλήμματα απέχουν πολύ από τις ρεαλιστικές λύσεις που απαιτεί αυτή η περίοδος για τη χώρα. Ας σταθούν οι βουλευτές όλων των πλευρών στο ύψος των περιστάσεων, δικαιολογώντας με λογικά επιχειρήματα τη ψήφο τους, πέρα από κομματικές και προσωπικές φιλοδοξίες.

Σύστημα (απ)αξιών

  Πριν λίγες ημέρες ακούγαμε τον πρωθυπουργό να διαβεβαιώνει προς όλες τις κατευθύνσεις και με όλους τους τόνους πως εκλογές θα γίνουν στη λήξη της 4ετίας, το 2016. Εχθές αιφνιδίασε με την επίσπευση των διαδικασιών για εκλογή ΠτΔ, ήτοι, κατά μεγάλη πιθανότητα, επίσπευση εκλογών. Εάν δε γίνουν εκλογές και βρεθούν οι 180 βουλευτές που θα υποστηρίξουν την κυβερνητική πρόταση, τότε κάποιοι από αυτούς που δεν ψήφισαν υπέρ του προϋπολογισμού, θα υπερψηφίσουν για Πρόεδρο. Εάν γίνουν εκλογές, ο πρωθυπουργός είναι ανακόλουθος. Εάν δε γίνουν, θα σημαίνει πως εξελέγη ΠτΔ από την παρούσα Βουλή, επομένως θα φανούν ανακόλουθοι όσοι δεν ψήφισαν τον προϋπολογισμό. Κοινός παρονομαστής και στα δύο ενδεχόμενα η πολιτική ασυνέπεια. 

  Και όσο οι βουλευτικές εκλογές έρχονται όλο και πιο κοντά, τόσο η αντιπολίτευση εμφανίζεται πιο μετριοπαθής. Ξαφνικά λείπουν από τη ρητορική της τα «σκισίματα» και τη θέση τους έχουν πάρει οι «σκληρές διαπραγματεύσεις» επί των μνημονιακών δεσμεύσεων. Τώρα που καλείται να δώσει ουσιαστικές απαντήσεις, σαν εν δυνάμει κυβέρνηση, οι αριστερές κορώνες αφαιρέθηκαν, και σταδιακά άρχισε να μιλά για φορολογία σε υψηλά εισοδήματα (χωρίς να προσδιορίζει το ύψος αυτών), για εξωτερική πολιτική και άλλα καίρια ζητήματα, για τα οποία όφειλε να έχει πάρει ξεκάθαρη θέση τα δύο τελευταία χρόνια. Εμφανίζεται δε και σαν θιασώτης τού περιουσιολογίου, η διαχείριση τού οποίου εάν δεν είναι συνετή, μπορεί να βάλει τους πολίτες σε νέες περιπέτειες στο μέλλον. Στο ερώτημα εάν οι εταίροι και δανειστές μας αρνηθούν κάθε πρόταση τής νέας κυβέρνησης (νυν αντιπολίτευσης), στο πλαίσιο των «σκληρών διαπραγματεύσεων», απάντηση σαφής δεν έχει ακουστεί. Η αντιπολίτευση επιμένει πως γι’αυτήν είναι εύκολο να πείσει την Ευρώπη, κάτι που δεν καταφέρνει η σημερινή κυβέρνηση. Αυθαίρετες εκτιμήσεις και προεκλογικές υποσχέσεις που μοναδικό στόχο έχουν την εξουσία, καθώς άπαντες γνωρίζουν πως η κάθε υπογραφή μεταξύ ημών και των εταίρων μας αφορά τη χώρα και όχι πολιτικά πρόσωπα, επομένως έχει δεσμευτεί η χώρα και όχι ο κάθε πρωθυπουργός ή κυβέρνηση. Πρόκειται για παραπλάνηση, εάν όχι για ωμές ψευδολογίες και λεκτικά τερτίπια. (Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ήδη δώσει δείγμα τής πολιτικής του, αρκεί να παρακολουθήσει κανείς τις κινήσεις της Περιφέρειας Αττικής. Το προεκλογικό κοινωνικό πρόγραμμα αλληλεγγύης και στήριξης ακόμα δεν έχει αρχίσει να  υλοποιείται.)

  Για τη συζήτηση που προηγήθηκε τής ψήφου για τον προϋπολογισμό θα παρέπεμπα σε ό,τι είχα σχολιάσει σχετικά με την «ψήφο εμπιστοσύνης». Προσωπικές αντιπαραθέσεις, διάλογος ουσίας και επί των προβλημάτων δε γίνεται, άλλη μια φορά η ολομέλεια κατώτερη των περιστάσεων. Η «αντιμνημονιακή» αντιπολίτευση κατηγορεί την κυβέρνηση ως υπεύθυνη για την εμπλοκή και την μη έγκαιρη άφιξη τής Τρόικας στην Αθήνα. Η κυβέρνηση σηκώνει το γάντι και δείχνει την πολιτική αστάθεια που προκαλεί η αντιπολίτευση ως υπεύθυνη και τελικά φτάσαμε στην πρόωρη εκλογή ΠτΔ, μήπως και αρθεί η ρευστή πολιτική κατάσταση. Η ονοματολογία ήδη έχει αρχίσει και έως το τέλος τού έτους θα ασχολούμαστε με τον αριθμό των 180. Κι εάν βρεθούν οι 180 βουλευτές, σύμφωνα με δημοσιεύματα και μερίδα βουλευτών, θα μπούμε σε επικίνδυνη ανάλυση τού αποτελέσματος, επειδή κάποιος που υπερψήφισε ενδεχομένως να έχει χρηματιστεί. (Εάν σε αυτή την οπτική συνυπολογίσουμε και την «αποστασία», που τελευταία επικαλείται συχνά η αντιπολίτευση, τότε ας αναρωτηθεί ο καθένας πόσα χρόνια πίσω μας γυρίζουν αυτές οι πρακτικές. Χρηματισμός και αποστασία.)

  Δημοκρατία, διάλογος, αξιοπιστία, εμπιστοσύνη και πολιτική ωριμότητα αποτελούν terra incognita.Τις τελευταίες δέκα ημέρες στον δημόσιο διάλογο έχει μπει κι άλλη μια αξία που συζητείται ευρέως. Η ζωή. Η ανθρώπινη ζωή, εχθρός τής οποίας εμφανίζεται η κυβέρνηση και σύμμαχος η αντιπολίτευση. (Στην Ελλάδα τής πόλωσης συμβαίνει και αυτό. Η ζωή αποκτά πολιτικούς φίλους και αντιπάλους.) Ένας κρατούμενος διεκδικεί το δικαίωμα, που η ίδια η Πολιτεία του παρέχει, να φοιτά εκτός φυλακής. Ο εισαγγελέας και η αρμόδια επιτροπή αρνείται την άδεια και ο κρατούμενος κάνει απεργία πείνας σε σημείο που να κινδυνεύει η ζωή του. Και αυτή η ζωή έχει γίνει μπαλάκι μεταξύ κυβέρνησης, αντιπολίτευσης και δικαιοσύνης. «Γιατί αφαιρείται από εκείνον το δικαίωμα που άλλοι κρατούμενοι απολαμβάνουν;» «Μα ο συγκεκριμένος είναι ύποπτος φυγής, διότι συνελήφθη για ληστεία με βαρύ οπλισμό». » Έτσι γίνεστε ηθικοί και φυσικοί αυτουργοί εάν πεθάνει.» «Δε μπορούμε να υποκύψουμε σε κανέναν εκβιασμό». Και σε αυτό το πλαίσιο συνεχίζεται η αντιπαράθεση χωρίς λύση.

  Ναι μεν, αλλά…σε αυτήν την περίπτωση δεν υπάρχει, διότι μιλάμε για ανθρώπινη ζωή, που δεν εμπίπτει σε διαπραγματεύσεις. Ο Ν. Ρωμανός, στην εφηβεία του, υπήρξε μάρτυρας δολοφονίας τού φίλου του και λίγα χρόνια αργότερα συνελήφθη για ληστεία σε τράπεζα, που γι’αυτόν συμβολίζει το «σύστημα», «το κατεστημένο». Η άρνηση παροχής αδείας τον οδήγησε σε απεργία πείνας. Η λύση για εξ αποστάσεως φοίτηση δεν τον ικανοποίησε, ούτε η συνάντηση των γονιών του με τον πρωθυπουργό είχε αίσια έκβαση. Η ζωή του κινδυνεύει, αλλά κανείς δεν αναλαμβάνει το ρίσκο να μεταφέρεται εκτός φυλακών και να επιστρέφει. Εάν εκμεταλλευτεί την άδεια σπουδών και οδηγηθεί σε χειρότερες πράξεις από τη ληστεία ποιος θα ευθύνεται; Εάν εξαντληθεί και χάσει τη ζωή του, το κόστος ποιος το αναλαμβάνει; Και τα δύο ερωτήματα είναι ουσιαστικά  και ταυτόχρονα δύσκολα στην απάντηση. Η ζωή υπερέχει των πάντων, αλλά εάν τεθεί σε κίνδυνο εξ αιτίας του η ζωή άλλων πολιτών;

  Η πολιτική εκμετάλλευση αυτής τής περίπτωσης είναι ανήθικη, ωστόσο γίνεται. Κατά τη γνώμη μου, ο κρατούμενος έχει αναφαίρετο δικαίωμα στην εκπαίδευση, καθώς συμβάλλει στον σωφρονισμό και στην επανένταξη, και το κράτος οφείλει να εξασφαλίσει όλα εκείνα τα μέτρα ασφαλείας που απαιτούνται, προκειμένου να μεταφέρεται ο Ν. Ρωμανός στη σχολή του και να επιστρέφει στη φυλακή, εκτίοντας την ποινή που έχει επιβληθεί. Το κενό τής Πολιτείας είναι αυτό που τού επιτρέπει να «εκβιάζει», όπως διατείνονται εκπρόσωποι τής κυβέρνησης. Εάν ο Χ. Ξηρός δεν είχε αποδράσει, παραβιάζοντας την άδειά του, τότε το θέμα τού Ν. Ρωμανού δε θα απασχολούσε. Η ανεπάρκεια φύλαξης και παρακολούθησης των κρατουμένων είναι αυτή που δημιουργεί το πρόβλημα, και προκειμένου να χαθεί η ζωή ενός νέου παιδιού, ας προσανατολιστούν οι αρμόδιοι σε αυτή τη λύση. Είναι και παραμένει ποινικός κρατούμενος, αλλά για όσες ημέρες διαιωνίζεται ο ανούσιος διάλογος χωρίς ουσιαστική λύση, στα μάτια των πολιτών καθίσταται πολιτικός κρατούμενος που απλώς αντιδρά.

  Ο λανθάνων, ή και ευθύς, ρατσισμός των ακροδεξιών και φασιστικών κομμάτων απορρίπτεται. Αντίστοιχα και το άκρο τής αναρχίας, ο καθένας όμως είναι ελεύθερος να πιστεύει και να ανήκει όπου θέλει, και κρίνεται, ή τιμωρείται εν προκειμένω, για τις πράξεις του. Ευθύνη έχει αποκλειστικά το κράτος που μέσα στην τόση πολυνομία δε νομοθέτησε ορθά για τέτοιες περιπτώσεις, ενώ παράλληλα έχει αποδείξει πως πρωταγωνιστές σκανδάλων κυκλοφορούν ελεύθεροι, επιχείρημα που, δικαίως, ακούγεται τις τελευταίες ημέρες και θέτει υπό αμφισβήτηση το θεσμό τής δικαιοσύνης. Σαν γονιός όμως δε μπορώ να παραβλέψω και μια άλλη ευθύνη. Τον υπερβάλλοντα σεβασμό που δείχνουν οι γονείς στον αγώνα τού παιδιού τους και την αμέριστη συμπαράστασή τους, ακόμα κι εάν η πράξη του τον οδηγήσει σε θάνατο. Θα περίμενα να του έχουν δώσει ν’αντιληφθεί πως οι αγώνες δίνονται εν ζωή και ενίοτε δικαιώνονται. Πως οι ακραίες αντιλήψεις φέρνουν  και ακραία αποτελέσματα. Πως, σε κάθε περίπτωση, η ζωή του είναι αυτή που έχει τη μεγαλύτερη αξία, διότι πολύ απλά ο φίλος του που δολοφονήθηκε δε θα έχει ποτέ την ευκαιρία ν’αλλάξει αυτά που τον ενοχλούν. Εύχομαι να μη χάσει τη ζωή του ένας νέος άνθρωπος, όποιος κι εάν είναι αυτός.

  Όσο για τα προηγούμενα.. όταν η ζωή τίθεται με αυτόν τον τρόπο σε δημόσιο διάλογο, φοβάμαι ότι ο κώδικας και το σύστημα αξιών έχουν από καιρό κλονιστεί..

ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΕ ΥΦΕΣΗ-ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΥΠΟ ΚΡΙΣΗ

  Πριν δύο εβδομάδες εκδόθηκε το πρώτο μου βιβλίο με τίτλο «Οικονομία σε ύφεση-Πολιτική υπό κρίση», από τις εκδόσεις ΜΙΝΩΑΣ. Πρόκειται για ένα πόνημα, που η αρχική του σύλληψη είχε ως αφετηρία την οικονομική κρίση και, συνεπακόλουθα, την πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα.

Χωρίς τίτλκξηο

  Όπως αναφέρω και στον πρόλογο, θέλησα να συμπεριλάβω και μια συλλογή από σταχυολογημένα άρθρα μου (αρθρογραφώ από το έτος 1987), τα οποία θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν, εάν όχι προβλέψεις, τουλάχιστον ορθές εκτιμήσεις για την επερχόμενη οικονομική κρίση, την οποία τελικώς βιώνουμε τα τελευταία χρόνια και στη χώρα μας. Προέκυψε έτσι ένα βιβλίο αποτελούμενο από δύο μέρη. Το δεύτερο περιλαμβάνει τα ήδη εκδοθέντα άρθρα μου σε, πανελλήνιας εμβέλειας, εφημερίδες και περιοδικά. Η επιλογή από μια πληθώρα άρθρων έγινε με βάση τη διαχρονικότητα των γραφομένων, κατανεμημένα σε τέσσερις ενότητες.

  Το πρώτο μέρος αποτελεί τη θέση μου, ως οικονομολόγου και ενεργού πολίτη. Τις σκέψεις, τις ιδέες μου και τις προτάσεις μου. Γίνεται μια αποτίμηση και μια αναδρομή στην εποχή που ξέσπασε η κρίση στην Αμερική και για ποιους λόγους βρήκε ανοχύρωτη την Ευρώπη, και κυρίως την Ελλάδα. Κάθε εξέλιξη στην οικονομία δε μπορεί παρά να έχει και πολιτικές διαστάσεις  και παραμέτρους, επομένως θεώρησα σωστό, όπως φαίνεται και από τον τίτλο, να αναφερθώ με κριτική ματιά στο πολιτικό «είναι» και «γίγνεσθαι» της χώρας. Θα ήταν εύκολο να σταθώ μόνο σε μια κριτική τού παρελθόντος, συλλήβδην τής πολιτικής τής μεταπολίτευσης, αλλά στο κατώφλι τού 2015 οι Έλληνες και γνωρίζουν τι έχει συμβεί, αλλά, κυρίως, έχουν βαρεθεί την κριτική στο παρελθόν, που καθημερινά αποδεικνύεται πως δεν οδηγεί κάπου. Προσπάθησα, λοιπόν, να οδηγήσω τον αναγνώστη σε μια συλλογιστική για το τι πρέπει να γίνει από εδώ και στο εξής, η οποία δεν τον υποβάλλει σε διλήμματα, αλλά, ίσως, τον βάζει σ΄ ένα δρόμο αναθεώρησης παγιωμένων προσεγγίσεων, σε μια εξέταση τής κατάστασης υπό άλλο πρίσμα, μακριά από τα ξεπερασμένα πολιτικά στερεότυπα.

  Η έξοδος από την οικονομική κρίση και η ορθή πολιτική διαχείριση τής μετά μνημονίου εποχής είναι μείζον θέμα στις ημέρες μας και βέβαια το ζητούμενο. Όλες οι θετικές έννοιες που ακούγονται, όπως η ανάπτυξη, η ανασύνταξη, η ανάταξη, η ανασυγκρότηση, κ.ά, συνεπάγονται την αναθεώρηση τής πολιτικής σκέψης τού πολίτη, η οποία, απαλλαγμένη από αγκυλώσεις τού παρελθόντος, θα εδράζεται στα νέα οικονομικά και πολιτικά δεδομένα τής εποχής μας. Είναι περιττό και επικίνδυνο να δημιουργούνται αυταπάτες. Η προ κρίσης περίοδος πέρασε ανεπιστρεπτί για την Ελλάδα, και όχι μόνο, και οφείλουμε ν΄ ακολουθήσουμε το τραίνο τής ιστορίας. Όταν αναθεωρήσουν οι πολίτες, είναι επόμενο πως θ’ αλλάξει και το πολιτικό κατεστημένο, διότι έτσι λειτουργεί η Δημοκρατία, και με ανανεωμένο πολιτικό προσωπικό, νέες ιδέες και πολίτες που θα επιδείξουν την πολιτική ωριμότητά τους, μετά από τα πέντε χρόνια τής κρίσης και της ύφεσης, εκτιμώ πως η Ελλάδα θα καταφέρει ν’ ανακάμψει και να επιστρέψει στο προσκήνιο δυναμικά, όπως αρμόζει στην ιστορία της και όπως οφείλει στις γενιές που έρχονται.