ΜΕΝΟΝΤΑΣ Σπίτι όλοι αυτή την εποχή σπίτι και παρακολουθώντας τις εξελίξεις, θυμόμαστε πως δεν έχει περάσει αρκετός καιρός από την περίοδο της ευφορίας των διεθνών αγορών για την καθοδική πορεία των επιτοκίων των ομολόγων.
Μία περίοδος όμως, κατά την οποία η στρεβλότητα του συστήματος είχε αρχίσει σε μερικά σημεία να γίνεται εμφανείς, σε όσους είχαν την δυνατότητα να «διαβάσουν» τα δεδομένα.
Όσοι είχαμε διαγνώσει το πρόβλημα, είχαμε αντιληφθεί πως για να υπάρξει διόρθωση της στρεβλότητας και εξομάλυνση – οι αγορές πάντα αυτοδιορθώνονται –αρκούσε μία αφορμή, ένα «πρόσχημα» για να οδηγηθούμε σε σε οικονομική εξομάλυνση. Άλλωστε, ιστορικά οι κρίσεις των αγορών, συμπεριλαμβανομένης και της τελευταίας το 2008, προκαλούνται από την διόρθωση στρεβλοτήτων. Το ζητούμενο σε αυτές τις περιπτώσεις είναι πόσο σύντομα και αποτελεσματικά αντιμετωπίζονται οι κρίσεις αυτές με στόχο στην ταχύτερη αναζήτηση του επόμενη αναπτυξιακού κύκλου.
Ήταν αδύνατο άλλωστε, να μην προκαλούσε προβληματισμό – σε όσους γνωρίζουν την ανάγνωση των αγορών- το γεγονός ότι η απόδοση του 5ετούς ελληνικού ομολόγου λίγο πριν την παγκόσμια κρίση του «κορωνοϊού» βρισκόταν στο 0,3%, λίγο χαμηλότερη από εκείνη της τρίτης μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρωζώνης. Σήμερα η απόδοση κινείται στο 1,9%, έχοντας ουσιαστικά εκτοξευθεί κατά περισσότερο από 500%.
Δυστυχώς, η διαρκής ποσοτική χαλάρωση των κεντρικών τραπεζών μετά το 2008, χωρίς ριζική δομική αλλαγή των λειτουργιών των οικονομιών της Ευρωζώνης, προκάλεσε ένα εκρηκτικό μείγμα αρνητικών εξελίξεων στις αγορές. Αρκούσε μία πρωτόγνωρη πανδημία για να αναδείξει τις αδυναμίες αυτές και να προκαλέσει ένα παγκόσμιο κλυδωνισμό των οικονομικών δραστηριοτήτων και μία κρίση η διάρκεια της οποίας παραμένει ακόμα απροσδιόριστη.
Αυτά ως επισημάνσεις επί των οικονομικών δεδομένων.
Το βασικό ερώτημα όμως τόσο για τα διεθνή, όσο και το εγχώριο χρηματιστήριο, παραμένει το κατά πόσο οι κεφαλαιαγορές οδεύουν προς την τελική φάση προεξόφλησης των χειρότερων σεναρίων για τις οικονομίες.
Τις επόμενες εβδομάδες θα αρχίσει να φαίνεται το μέγεθος της ζημίας. Αν επαληθευθεί η μέχρι σήμερα ιστορική πρακτική της προεξόφλησης εξελίξεων, θα μπορούσε να γίνει μία πρώτη εκτίμηση πως το δυναμικό καθοδικό κανάλι οδεύει προς το τέλος του καθώς έχει έστω και μερικώς αποτιμηθεί το μέγεθος της ζημίας για τις οικονομίες. Οι εκτιμήσεις βέβαια διαφέρουν. Το σίγουρο όμως είναι πως μετά τα μέτρα προστασίας από τον κορωνοϊό θα πρέπει να αξιολογηθεί και η αμεσότητα των οικονομικών μέτρων που θα αποφασισθούν.
Η κρίση του 2008 βρήκε την Ευρώπη απροετοίμαστη και αδύναμη να αντιληφθεί την αναγκαιότητα πολικών υποστηρικτικών. Ευτυχώς υπήρξε ο Μάριο Ντράγκι και μπόρεσε η Ευρωζώνη να ισορροπήσει, παρά το γεγονός ότι η αναπτυξιακή της πορεία είχε εισέλθει σε προβληματική φάση τον τελευταίο χρόνο. «Whatever it takes” είχε πει ο Ντράγκι και οι αγορές εκτοξεύθηκαν. Σήμερα μία ίδια λεκτική προσέγγιση δεν μπόρεσε να αντιστρέψει το κλίμα.
Το Eurogroup της 16ης Μαρτίου αποφάσισε να κάνει «οτιδήποτε χρειαστεί» για την αντιμετώπιση των έκτακτων καταστάσεων που διαμορφώνονται για την υγεία των πολιτών και την οικονομία. «Θα κάνουμε ότι χρειαστεί, είμαστε έτοιμοι για όλα», είπε ο Μάριο Σεντένο. Είπε επίσης ότι «αποφασίσαμε να χρησιμοποιήσουμε πλήρως όλη την ευελιξία που παρέχεται για όλα τα κράτη μέλη», απαντώντας σε ερώτηση που αφορούσε τους δημοσιονομικούς περιορισμούς που υπάρχουν εξαιτίας της μεταμνημονιακής παρακολούθησης στην Ελλάδα. Στον τομέα αυτό η χώρα σίγουρα βγήκε κερδισμένη.
Οι θετικές προσεγγίσεις ως προς την χώρα μας από την «χαλάρωση του Συμφώνου» είναι βέβαιες, αρκεί τα συνολικά μέτρα της Ευρωζώνης να ανακοινωθούν άμεσα σε όλη τους την έκφανση. Συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που αφορούν τον ESM και τον νέο ρόλο που θα κληθεί να διαδραματίσει. “Whatever it takes” υπό τις παρούσες συνθήκες πρέπει να μεταφρασθεί σε προώθηση όλου του οπλοστασίου άμεσα. Μόνον τότε οι αγορές θα σταματήσουν να δοκιμάζουν την αντοχή του διεθνούς επενδυτικού εδάφους.
Σίγουρα η οικονομία θα περάσει μία ακόμα «κάμψη» την στιγμή που άρχισε να αναπνέει. Η μνημονιακή εμπειρία και ο τρόπος διαχείρισης κρίσεων ίσως δώσει την δυνατότητα γρήγορης αντίληψης και άμεσων μέτρων για την στήριξή της. Οι εξαγγελίες που γίνονται και έγιναν είναι σίγουρα προς την σωστή κατεύθυνση. Προς την κατεύθυνση δε αυτή είμαστε όλοι υποχρεωμένοι να συνδράμουμε καταγράφοντας πιθανές παραλήψεις ή λάθη του παρελθόντος για να τα αναδείξουμε μόλις η κρίση περάσει και θα συζητάμε για την επόμενη μέρα. Μία ημέρα που θα μπορούσε να αποτελέσει το εφαλτήριο για μία νέου τύπου «υβριδική» εκκίνηση της αναπτυξιακής πολιτικής. Αρκεί ο σπόρος να επιλεγεί εν μέσω της κρίσης και της προσπάθειας ανάταξης.
Για όσους παρακολουθούν το «limit down» των χρηματιστηρίων, σίγουρα οι εξελίξεις προς το παρόν έχουν αρνητικό πρόσημο. Όμως, για επενδυτές με μακροπρόθεσμο ορίζοντα παρουσιάζονται μοναδικές ευκαιρίες. Ευκαιρίες μίας γενιάς ίσως. Μπορεί να βρισκόμαστε σε επίπεδα στήριξης 1990 ως προς το ΧΑ. Άλλωστε, και στις τρείς περιόδους που μέχρι σήμερα οι αγορές –κυρίως το χρηματιστήριο της ΝΥ- βρέθηκαν σε «αχαρτογράφητα» υπερπωλημένα επίπεδα, επανήλθαν σε ανοδική τροχιά εντός των επόμενων τριών και έξι μηνών με εξαίρεση το 2008 που χρειάσθηκε ένα έτος για να επιστρέψει σε θετικό έδαφος. Ίσως η παρούσα κρίσι να αναδείξει ακόμα περισσότερο την ανάγκη οι κεντρικές τράπεζες να συνεχίσουν να ασκούν ανεξάρτητη πολιτική εκτός της σφαίρας επιρροής των πολιτικών.
Οπλισμένοι με υπομονή και σύνεση πορευόμαστε μέχρι την έξοδο από την κρίση.